ἀπορράπτω
coser de nuevo, suturar
τοῦ λαγοῦ τὴν γαστέραHdt.1.123,
τὰ ἀπερραμμέναGal.18(2).671,
γεράνων ὄμματαPlu.2.997a
•fig.
τὸ Φιλίππου στόμαAeschin.2.21, cf. Ph.1.476.
τοῦ λαγοῦ τὴν γαστέραHdt.1.123,
τὰ ἀπερραμμέναGal.18(2).671,
γεράνων ὄμματαPlu.2.997a
τὸ Φιλίππου στόμαAeschin.2.21, cf. Ph.1.476.