ἀποκτείνῡμι
• Alolema(s): fuera de Pl. ἀποκτίννυμι edd.


matar ἡμᾶς Pl.Cri.48a, ὃν ἂν δόξῃ αὐτῷ Pl.Grg.469a, αὐτὸ ἑαυτό Pl.Phd.62c, cf. R.566a, ἀνθρώπους Lys.12.7, cf. X.An.6.3.5, D.19.259, 23.142, 163, Plb.2.56.15, I.AI 15.92, Luc.Pisc.4, Longus 3.6.2, Hdn.Gr.2.539, Plot.1.4.8
fig. ἀποκτίννυσι ταῖς ἀπειλαῖς Cratin.19.