< ἀποκος
ἀποκοσμέω >
ἀποκοσκίνημα
,
-ματος, τό
granzas
,
ahechadura
τὰ ἀποκαθάρματα ἤτοι ἀποκοσκινήματα
PMasp
.2.3.11 (VI d.C.).