ἀποκινδυνεύω


1 correr un riesgo abs. Th.7.67, Arist.Fr.159, πάσαις ... ταῖς δυνάμεσι D.H.3.52, ἐν ἡμῖν Aeschin.2.104, ἐν ὑμῖν ἀποκινδυνεύων μανθάνειν aprender probando fortuna entre vosotros X.Mem.4.2.5, c. ac. int. ἀπεκινδύνευον τοῦτο corrí ese riesgo Lys.4.17
en v. pas. ἡμῖν δὲ πρὸς ἑκάστην πόλιν ἀποκεκινδυνεύσεται τὰ ... χρήματα Th.3.39
c. prep. y ac. εἰς πατρίδος ἀποκινδυνεύων σωτηρίαν arriesgándose por la salvación de la patria Plu.Phoc.32, πρὸς ἀνθρώπους ἀπονενοημένους Th.7.81, πρὸς τοιαύτας ἀποκρίσεις Plu.2.151a, ἀποκεκινδυνευκότα ... κύβον una suerte arriesgada Themist.Ep.8
c. inf. arriesgarse a κἀποκινδυνεύετον λεπτόν τι καὶ σοφὸν λέγειν Ar.Ra.1108.

2 dejar a alguien en peligro ἀποκινδυνεύοιμί σου Philostr.VA 7.15.