< ἀντηχέω
ἄντηχος >
ἀντήχησις
,
-εως, ἡ
eco
,
resonancia
αἱ πληγαὶ ... ἀσπίσι χαλκαῖς ἀλίσκονται διὰ τὴν ἀντήχησιν
Plu.2.589c.