< ἀντίσωσις
ἀντίταγμα >
ἀντιταγής
,
-ές
contrario
,
opuesto
ἀλλὰ τὰ στοιχεῖα τοδὶ καὶ τοδί, πέρας καὶ ἄπειρον, ἢ ἓν καὶ πολλὰ τὰ ἀντιταγῆ
Dam.
Pr
.56.