< ἀντεφορμέω
ἀντέχω >
ἀντεφόρμησις
,
-εως, ἡ
contraataque
ἀκούσας ... τὴν ἀντεφόρμησιν
Ph.2.31,
τὴν ἀντεφόρμησιν ἐθάρσησαν
Hld.8.16.5.