< ἀντεπικρατέω
ἀντεπιλαμβάνομαι >
ἀντεπικρύπτω
ocultar
,
disimular
ἄγαν σεμνῶς ἀντεπικρύπτων τὴν ἄγαν αἰσχρότητα
Tz.Comm
.Ar.2.497.11.