ἀνταμφιέννυμι


revestirse a cambio fig. en v. pas. βούλεται ... ἡμᾶς ... τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον ἀπεκδύεσθαι, καὶ τὸν νέον ἀνταμφιέννυσθαι Isid.Pel.Ep.M.78.268A.