ἀνεντρεχής, -ές
de cosas y abstr. mal adaptado, inapropiado
παρ' ὃ δὴ καὶ ὁ τοὔνομα τῷ πράγματι θέμενος οὐκ ἀνεντρεχὲς ἔθετοHierocl.p.50
•desmañado, inhábil Origenes Io.1.15.
παρ' ὃ δὴ καὶ ὁ τοὔνομα τῷ πράγματι θέμενος οὐκ ἀνεντρεχὲς ἔθετοHierocl.p.50