< ἀναπλήρωσις
ἀναπληρωτικός >
ἀναπληρωτέον
hay que llenar
τοὺς ... διακένους τόπους
Gp
.9.11.3
•
fig.
satisfacer
τὴν ἀλήθειαν
Plu.
Cim
.2.