ἀναμετρέω
I
ΧάρυβδινOd.12.428.
2 medir de nuevo
τὸ ὕδωρHp.Aër.8,
τὴν ἐπιγραφήνPPetaus 24.26 (II a.C.).
II
ἀναμετρήσοντας ὅσσῳ ἐλάσσων ὁ χῶρος γέγονεHdt.2.109,
τὸ ὅλονArist.Ph.221a3,
τὰ μεταξὺ τῶν ἀστέρων διαστήματαHero Dioptr.190.18,
τὸν σπόρονPBremen 2.4 (II a.C.),
τοὺς σπόρουςPSarap.51.20 (II a.C.)
•c. ac. y dat. instrum. medir
φθόγγους ἀλλήλοιςPl.R.531a,
πόνοισι πόνουςIG 22.12473.3 (III/IV a.C.)
•en v. med. mismo sent.
γῆνAr.Nu.203,
σαυτόνAr.Au.1020.
2 enumerar
θαυμάζειν, ὅτεων χάριν ταῦτα ἀναμεμέτρηταιHp.Ep.27 (p.424)
•en v. med. enumerar de nuevo
τἄρρητ' ἀναμετρήσασθαιE.Or.14
•valorar
φρέναςE.Io 1271,
κανόσιν ... τὸ σῶφρονE.El.52
•calcular, contar con
δρόμονPlu.2.76c,
πολλὴν ... ἐρημίανI.BI 3.515,
καιρόνChrys.M.58.515.
3 verter una medida para pagar a
ἐς θοὐμόφυλον ἀναμετρουμένη δάκρυpagando en lágrimas a mis compatriotas E.IT 346,
μέτρῳ δεκάτῳ ᾧ καὶ αὐτὸς ἀνεμετρήθηνPAmh.147.11 (IV/V d.C.).