< ἀνάκτησις
ἀνακτητικός >
ἀνακτητέος
,
-α, -ον
1
que puede ser recobrado
φιλοσοφία ... ἀνακτητέα
Philostr.
VA
2.7.
2
hay que reanimar
τὸν στόμαχον
Antyll. en Orib.7.12.5.