ἀναισιμόω
1 gastar
σῖτονHdt.3.150,
οἶνος ἀμπέλινος ἀναισιμοῦταιHdt.2.60
•del dinero gastar, emplear
τεσσεράκοντα τάλαντα, ἐς τὴν ... ἵππονHdt.3.90,
ἔς τε συρμαίην καὶ κρόμμυα καὶ σκόροδαHdt.2.125, cf. 134,
κοῦ ... ταῦτα ἀναισιμοῦται;¿en qué se gasta esto? Hdt.3.6, cf. X.Cyr.2.2.15
•de otras cosas echar
τὸν χοῦνHdt.1.185, en v. pas.
ἵνα ... ἡ γῆ ἀναισιμώθηHdt.1.179
•
ὅτι κ' ἀν]αισιμσειlo que gaste, ICr.4.76B.6 (Gortina V a.C.)
•f.l. por ἀνασιμόω (q.u.) en Zonar.114.14C.
2 del tiempo emplear, tardar
εὐζώνῳ [ἀνδρὶ] πέντε ἡμέραι ἀναισιμοῦνταιHdt.1.72.