ἀγχιστεία, -ας, ἡ
I
ἡ τοῦ γένους ἀ.Pl.Lg.924d,
πρὸς οὓς ὑπάρχει αὐτοῖς ἀ.Arist.Rh.1385a3, cf. PDryton 33.7 (II a.C.).
2 derecho preferente a heredar a un pariente
νόθῳ δὲ μὴ εἶναι ἀγχιστείανSol.Lg.50a, 50b,
προτέροις τοῖς ἄρρεσι τῶν θηλειῶν τὴν ἀγχιστείαν πεποίηκεIs.7.20,
νόθῳ δὲ μηδὲ νόθῃ μὴ εἶναι ἀγχιστείανIs.6.47,
ταῖς ἀγχιστείαις πρότεροι ὄντες τινόςIs.7.44, cf. 11.11, D.44.2, LXX Ru.4.7, PDura 12.17 (III d.C.).
3 familiaridad, trato, relación estrecha Plu.Num.8, Gr.Nyss.Hom.in Cant.279.14.
II hebr. ge’ul.lah, derecho de rescate Aq.Ie.32.7.