εἰσφέρω
• Alolema(s): ἐσ- Il.11.495, Hdt.9.70, Th.3.19, Hp.Aër.8, E.Io.1179, IG 12(1).677.10 (Yaliso IV/III a.C.), IAE 43.26 (III a.C.)
• Morfología: [pres. inf. ἐσφέρν Sokolowski 3.97A.14 (Ceos V a.C.), ἐσφέρεν Sokolowski 3.170.2 (Cos III a.C.), εἰσφέρην IAdramytteion 34A.11 (IV a.C.); aor. ind. 1a sg. εἰσήνικα SEG 7.381 (Dura III d.C.), 3a plu. εἰσήνειγκαν IG 22.112.13 (IV a.C.), v. med. 3a sg. εἰσηνείκατο Didyma 142.18 (II a.C.), subj. 3a sg. ἐσ[εν]ίκη IAdramytteion 34B.43 (IV a.C.), inf. [ἐ]σένικαι IAdramytteion 34B.39 (IV a.C.), εἰσενέγκαι IKyme 13.17 (II a.C.), v. pas. εἰσενέχθην IKyme 19.49 (I a./d.C.)]


A c. mov. desde el sujeto

I 1llevar c. adv. o compl. de lugar ἐσθῆτά τε ἔσφερον εἴσω Od.7.6, τὰ δὲ ἄλλα ἐς τὠυτό ... ἐσήνεικαν τοῖσι Ἕλλησι pero el resto (del botín) lo llevaron al mismo lugar que los griegos Hdt.9.70, c. dat. de pers. o anim. πόλεμον ... Ἑλλήνων χθονί καὶ Φρυξί E.Hel.38, αὐτοῖς τὴν τροφήν Arist.HA 628a23, αὐτῷ οἶνον LXX Ge.27.25, c. πρός y ac. de pers. ταυτὶ ... λαβοῦσα πρὸς τὸν τρόφιμον ... εἴσφερε Men.Epit.201, tb. en v. med. πολλὰς δέ τε πεύκας ἐσφέρεται (el río) arrastra consigo multitud de pinos, Il.l.c., en v. pas. πᾶν ἀργύριον ... εἰς θησαυρόν LXX Io.6.19, τὸ αἷμα ... εἰς τὰ ἅγια Ep.Hebr.13.11, εἰσενέχθην δὲ αὐτὸν εἰς τὸ γυμνάσιον ὑπό ... τῶν ἐφάβων ... καὶ ἐντάφην IKyme 19.49 (I a./d.C.), σκευῶν εἰσενεχθέντων εἰς τὸν γάμον PMasp.121.14 (VI d.C.)
c. ac. de pers. llevar, conducir μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς τὸν πειρασμόν Eu.Matt.6.13, βίᾳ βασ[τ]άξαντες με εἰσήνεγκαν εἰς τὸ λογ[ι]στήριον PAmh.77.22 (II d.C.), cf. POxy.1150.3 (VI d.C.)
c. pron. refl. presentarse, acudir ἑαυ[τ]ὸν ... ἐπὶ τῇ ἑκάστου τῶν ἐντοπίων σωτηρίᾳ ἐσέφερε SEG 24.1217.11 (Egipto I a.C.)
de documentos llevar, presentar εἰς τὸ βιβλιοφυλάκιον ... ὑπομ[νή]ματα POxy.237.5.24 (II d.C.), en v. pas. εἰς τὴν βουλὴν τὰ γραμματεῖα Arist.Ath.47.5, περὶ ὑπαλλαγμάτων εἰσφερομέν[ων ὑπὸ] Οὐαλερίου PTurner 23.7 (II d.C.).

2 pagar, aportar, entregar pagos debidos, figurados o reales, esp. sumas de dinero οὔτε τῖμον εἰσενείκας sin haber pagado tu parte Archil.216.2, τούτῳ ἔρανον εἰσενεγκεῖν aportarle mi contribución (a Eros), Pl.Smp.177c, πολλὰ κἀγαθὰ ἀλλήλοις X.Cyr.7.1.12, χρήματα τε ... ἄτοκα IEryth.21.7 (IV a.C.), τὰ χρήματα ἀναπόδοτα IKyme 13.17 (II a.C.), cf. Abh.Leipz.62(1).1969.40.14 (Astipalea III a.C.), οὐκ ὀλία παρ' ἑαυτῶν IClaros 1.M.2.50 (II a.C.), frec. ref. impuestos, contribuciones, etc. ὅσον εἰς τὴν πόλιν εἰσενηνόχασιν D.27.36, χρήματα X.Hier.9.7, χρήματα εἰς [τὸμ πόλε]μον εἰσφέρην IAdramytteion 34A.11 (IV a.C.), cf. Plu.Publ.12, εἰς τὴν ὁλοκαύτωσιν τῷ θεῷ ... δραχμὰς τρεῖς καὶ δέκα IAE l.c., εἰσεν[έγ]και ἕκαστον τῶν πολιτῶν ... [δραχ]μὰς πέντε FAmyzon 28.3 (II a.C.), ε[ἰς δὲ τὴν ἀναγραφὴν] τῆς στήλης ... τὸ γενό[μενον ἀ]νάλωμα SEG 22.130.10 (Ramnunte II a.C.), τὰς εἰσφοράς IG 22.505.14 (IV a.C.), μεγάλας δ' εἰσφορὰς εἰσενηνοχόσι καὶ λελῃτουργηκόσι Lys.18.7, cf. Antipho 2.2.12, Str.14.3.3, τὰ εὐσεβῆ ὑμῶν τελέσματα PMasp.19.26 (VI d.C.), tb. ref. multas por violación de sepulcros εἰσοίσει εἰς τὸ ἐράριον δήμου Ῥωμαίων (δηνάρια) βφʹ ISmyrna 202.12 (imper.), τῇ βουλῇ ... τὰ αφʹ (δηνάρια) TAM 3(1).295 (Termeso, imper.), τῷ φίσκῳ (δηνάρια) ͵βφʹ GVI 1378 nota (Frigia II d.C.), cf. CRIA 176.4 (Sebastópolis, imper.)
raro c. pred. ἐσενεγκόντες ... ἐσφοράν διακόσια τάλαντα Th.3.19
en v. med. mismo sent. προῖκα πολλήν Thphr.Char.22.10, cf. D.27.4, Lys.19.43, δαπάνην π[ᾶσαν ἐ]κ τῶν ἰδίων SEG 42.558.12 (Macedonia I a.C.)
abs. pagar, aportar dinero, contribuir οἱ ἐσενέγκαντες ἔστε δραχμὰς δέκα τὸ ἐλάχιστον los que han aportado dinero a partir de diez dracmas como mínimo, Abh.Leipz.62(1).1969.40.18 (Astipalea III a.C.), εἰς δὲ τὴν ἐπισκευὴν τούτων πάντων ... εἰσενεγκεῖν καθ' ὅ τι ἕκαστος δυνατός ἐστιν Rhamnonte 34.7 (III/II a.C.), cf. Pl.R.337d, D.21.157.

3 en v. med., c. ac. de abstr. ref. virtudes mostrar, poner de manifiesto ᾗ διὰ παντὸς εἰσφέρεται πρὸς τὴν πατρίδα εὐνοίᾳ IKyme 13.25 (II a.C.), cf. IAphrodisias 1.5.26 (I a.C.), ταμιεύσας πᾶσαν εἰσηνέγκατο σπουδὴν καὶ φιλοτιμίαν περὶ τῶν κοινῶν IG 22.1343.23 (I a.C.), cf. Plb.21.29.12, Chrysip.Stoic.2.293, Ael.VH 12.64, μεγάλην εἰσφέρονται σπουδὴν εἰς τὴν πολυτέλειαν τῆς τροφῆς D.S.1.84, ὑπὲρ τῆς χώρας αὐθεντικὴν εἰσεφέρετο σπουδήν IMylasa 134.2 (heleníst.), ἐντελῆ τὴν ἀνδρείαν εἰσφέρονται Onas.4.2, cf. IMylasa 411.8 (I d.C.), τοσαύτην εἰσηνέγκατο μεγαλοφροσύνην SEG 35.744.12 (Macedonia I d.C.), θάρσος I.AI 18.279.

4 en v. med., c. ac. de abstr. ref. penalidades o esfuerzo soportar, afrontar πᾶσαν κακοπαθίαν IMylasa 102.22 (II/I a.C.), πάν]τα πόνον IPr.89.12 (II a.C.) en SEG 30.1361, πολὺν ... μόχθον Eus.VC 3.26.2.

II c. idea de ‘introducir’

1 introducir, meter τὰ σ[τρώ]ματα ... ἐνδόσε Sokolowski 3.97A.14 (Ceos V a.C.), c. dat. πένθος ... δόμοις E.Ba.367, c. εἰς y ac. (ἀγγεῖον) ἐς ἀλέην Hp.Aër.8, γάμους δ' ἀνοσίους εἰσφέρων εἰς τὴν τέχνην introduciendo bodas impías como tema en el arte dramático, Ar.Ra.850, ὕδωρ ... εἰς τὰ οἰκήματα Thphr.CP 1.7.2, τὴν λυχνίαν ... ἐς τὸν ναόν LXX 1Ma.4.49, ξενίζοντα γάρ τινα εἰσφέρεις εἰς τὰς ἀκοὰς ἡμῶν Act.Ap.17.20, c. ἐν y dat. περιτυχὼν πέρδικι ... εἰσήνεγκεν ἐν τῇ οἰκίᾳ Aesop.23.2, en v. pas. ἔνθα σῖτόν τέ σφι ἐσενηνεῖχθαι πολλόν donde (decía que) se había introducido abundante trigo para ellos Hdt.9.41, cf. Aen.Tact.28.3, εἰσφερόμενα ὤνια mercancías importadas, SEG 38.1462.88 (Enoanda II d.C.)
frec. en prohibiciones funerar. μηδενὸς ἔ[χ]οντος ... ἐξουσίαν πτῶμα ἀλλότριον εἰσενενκεῖν εἰς τὸ μνημεῖον ISmyrna 214.7 (imper.), cf. Sitz.Wien.265.1969.14.76 (Lidia I d.C.), μηδένα ἰσφέρειν ἀλλότριν νεκρόν SEG 24.1189.13 (Egipto I d.C.), cf. IEphesos 3292.6 (imper.)
en leyes sagradas τάδε μὲν ἐσφέρν ἐς τὸ τέμενος Sokolowski 3.170.2 (Cos III a.C.), cf. IG 12(1).677.10 (Yaliso IV/III a.C.), ἀπαγορεύει ὁ θεός· μὴ [ε]ἰσφέρειν χρωμάτιν[ον μ]ηδὲ βαπτόν SEG 36.267.8 (Maratón I a.C.), μ]ὴ εἰσφέρην δὲ μηδὲ ὅπλα πολεμιστήρ[ια μ]ηδὲ θνασίδιον Sokolowski 3.124.13 (Ereso II a.C.), cf. IStratonikeia 2.2, en v. med. τὰ ἐκ τῶν ἀγρῶν ἐς τὸ τεῖχος ἐσηνείκαντο transportaron al interior de los muros lo que tenían en los campos Hdt.5.34, cf. Th.5.115
introducir como novedad ἀεὶ καινὰς ἰδέας εἰσφέρων σοφίζομαι Ar.Nu.547, καινὰ δαιμόνια de Sócrates, X.Mem.1.1.2, un nuevo guiso, Athenio 1.29, en v. med. mismo sent. τινα τῶν ... ποιητέων ... τοὔνομα εὑρόντα ἐς ποίησιν ἐσενείκασθαι Hdt.2.23, βότρυος ὑγρὸν πῶμ' ηὗρε κἀσηνέγκατο θνητοῖς inventó la húmeda bebida de la uva y la introdujo entre los hombres E.Ba.279
inocular en sent. fig., c. dat. de pers. νόσον καινὴν γυναιξί E.Ba.353, δειλίαν ... τοῖς ἀλκίμοισιν E.Supp.540.

2 presentar, proponer, someter para su aprobación leyes, decretos, etc. γνώμην ἐσενεγκεῖν ἐς τὸν δῆμον someter una propuesta al pueblo Th.8.67, cf. Hdt.3.80, νόμον D.23.218, 24.19, δόγμα εἰσήνειγκαν εἰς τ[ὴν βουλὴν δ]έχεσθαι τὴν συμμαχίαν IG 22.112.13 (IV a.C.), ψήφισμα IIasos 612.10 (II a.C.), (τὰς τιμάς) εἰσοίσουσιν εἰς τὴν ἐκκλησίαν someterán (la concesión de honores) a la asamblea, Milet 1(3).138.23 (III a.C.), cf. IG 22.1343.29 (I a.C.), raro en v. med. τὸν γυμνασιαρχικὸν νόμον, ὃν εἰσηνέγκατο Ζώπυρος IBeroeae 1A.17 (II a.C.), en v. pas. τὰ εἰσφερόμενα las mociones presentadas Arist.Pol.1298b33, ψηφίσματος εἰσενηνεγμένου IGLS 1261.10 (Laodicea II a.C.)
abs. presentar una propuesta οὐκέτι ἐσήνεγκαν περὶ Ἀργείων ἐς τὰς βουλὰς ya no presentaron ninguna propuesta ante los consejos relativa a los argivos Th.5.38, raro c. ac. de pers. τὸν νέον ... εἰς τοὺς ἄλλους εἰσφέρειν proponer el nombre del joven a los demás Pl.Lg.961b
nombrar para un cargo, en v. pas. τοὺς εἰσφερομένους ὑπὸ τῶν ὑπάτων πρεσβευτάς a los legados nombrados por los cónsules Plb.35.4.5; εἰσφέρειν λόγον hacer una declaración, hablar Ar.V.413, οὐ μὴ γυναικῶν δειλὸν εἰσοίσεις λόγον deja de pronunciar cobardes palabras de mujer E.Andr.757, en v. med. ἀπέπτυσα μὲν λόγον οἷον οἷον ἐσοισόμεθα detesto lo que voy a declarar E.Hel.664.

B c. mov. hacia el sujeto

1 traer ἀφαρπάζειν χρεὼν οἰνηρὰ τεύχη σμικρά, μεγάλα δ' ἐσφέρειν hay que retirar las copas pequeñas de vino y traer las grandes E.Io.1179, πορθμίδας πολλῶν ἀγαθῶν ... γεμούσας Philox.Leuc.(e) 2, cf. Ar.V 1216, τὰς ἀρυταίνας PEnteux.82.3 (III a.C.), δοκὸν εἰσφέρει trae un leño para el fuego AP 11.74 (Nicarch.), en v. pas. ἐσενειχθέντος κως σιδηρίου ἐκράτησε cogió un cuchillo que le había sido traido Hdt.9.37, ἡ λοπὰς νῦν εἰσφερέσθω πέντ' ἐφήβων ὠλέναις tráigase ahora la fuente de servir en brazos de cinco efebos, Com.Adesp.1146.33, ἀγωγὸς ὑδάτων εἰσφερομένω[ν] εἰς Κάν[α]τα OGI 618.10 (Siria II d.C.)
aportar, procurar ἰατρικὴ δὲ καὶ γυμναστικὴ τὴν μὲν ὠφέλειαν περὶ σῶμα εἰσενήγκαντο la medicina y la gimnasia han aportado (al hombre) un beneficio en lo relativo al cuerpo Aristid.Quint.2.1.

2 en v. med. ingerir ὠμά τε καὶ ἄκρητα Hp.VM 3, cf. Arist.GA 767a32, Ant.Lib.11.1, en v. pas. ἡ εἰσφερομένη τροφή Arist.PA 668b12, cf. Gal.17(2).535
en v. med. inspirar en uso abs. οἱ εἰσφερόμενοι los seres que toman aire Arist.Somn.Vig.456a17.