< εἰσέπειτα
εἰσεπιλείβω >
εἰσεπιδημέω
venir del extranjero
τὸν δ' εἰσεπιδημήσαντα μετὰ τοῦτον χρὴ φιλοφρονεῖσθαι
Pl.
Lg
.952d.