εἰσαποξεία, -ας, ἡ
• Grafía: graf. -πωξ-
prob. raspado, raspadura de la piel del cerdo para extraer las cerdas
χοιρομαγείρῳ (ὑπὲρ) τῆς εἰσαπωξείας νο(μίσματα) βPOxy.2052.5 (VI d.C.).
χοιρομαγείρῳ (ὑπὲρ) τῆς εἰσαπωξείας νο(μίσματα) βPOxy.2052.5 (VI d.C.).