δῠνάστης, -ου, ὁ
• Alolema(s): dór. -τᾱς S.Ant.608
• Morfología: [plu. gen. δυναστέων Hdt.2.32; dat. δυνάστῃσι Democr.B 251]
1 ref. al mundo divino soberano, el señor, el poderoso
ἀγήρως ... δ.de Zeus, S.l.c.,
ἐπικαλοῦμαί σε, τὸν δυνάστην τῶν θεῶν, ὑψιβρεμέτα ΖεῦPMag.5.470,
μέγας τοῦ κόσμου δ.de Yahve, LXX 2Ma.12.15, cf. 1Ep.Ti.6.15, Pamph.Mon.Solut.5.36
•fig.
θεῶν δ.de Eros, Anacr.37.4,
(ἀήρ) μέγιστος ... τῶν πάντων δ. ἐστίνHp.Flat.3,
λαμπροὺς δυνάσταςde los astros, A.A.6,
λόγος δ. μέγαςGorg.B 11.8, cf. E.Fr.94.
2 hombre poderoso o preminente en el terreno social, económico o político
ἀνδρῶν δυναστέων ... παῖδαςHdt.2.32,
ἡ παρὰ τοῖς δυνάστῃσι καλεομένη εὐδαιμονίηel llamado bienestar de manos de los poderosos en op. a la pobreza en democracia, Democr.l.c.,
στρατηγεῖν πόλεις καὶ δυνάσταςHippias B 4,
δ. ἐν πόλειX.Cyr.3.1.16,
θεραπεία δὲ δυνάστου βαρύref. al tirano Hierón, Pythag.Ep.1.1, cf. D.23.124, Plb.8.10.12,
μήτε στρατηγὸς ὢν μήτε ῥήτωρ μήτ' ἄλλως δ.Isoc.5.81,
οἱ βασιλῆς ... καὶ δυνάσταιPl.R.473d,
τοῦ μεγάλου βασιλέως ... ἢ ἄλλου ὁτουοῦν βασιλέως ἢ δυνάστουdel rey de Persia o de cualquier otro rey o poderoso Pl.Grg.524e, cf. 525d, Philostr.VA 1.23,
σπουδαίῳ ἢ δυνάστῃ φίλον εἶναιser amigo de un hombre probo o poderoso Arist.EN 1163a35,
ἡγεμόσι καὶ δυνάσταις καὶ βασιλεῦσινPlb.9.23.5,
βασιλεῖς δὲ καὶ δυνάσται καὶ δεκαρχίαιStr.17.3.25, cf. Caes.Ciu.3.3.2, Cic.Phil.11.31, Suet.Tib.26,
καθεῖλεν δυνάστας ἀπὸ θρόνωνderribó de sus tronos a los poderosos, Eu.Luc.1.52,
ὥσπερ τις δ. μισοπόνηρος κλέπτην λαβώνLuc.Asin.18,
ἐπὶ πολὺ δ. ἐστίνes un hombre muy influyente, PFouad 26.16 (II d.C.),
κρατεροὶ δυνάσται ... τῶν ... ὅπλωνhombres poderosos con dominio de las armas Vett.Val.378.22 (= Cat.Cod.Astr.2.169.33),
στάσις φόνοις δυναστῶν ἔχρανε δήμου χέραςAmph.Seleuc.174
•alto cargo c. gen.
τις τῶν ὑπάρχων δ.en Persia, X.An.1.2.20,
δ. Κανδάκης βασιλίσσης ΑἰθιόπωνAct.Ap.8.27, de un
κουβικουλάριοςo ayuda de cámara del emperador Zenón, Theod.Lect.Fr.37.
3 rey
τὸν Αἰγυπτίων βασιλέα καὶ τοὺς ἄλλους τοὺς κατὰ τὴν Ἀσίαν δυνάσταςIsoc.6.63,
ταμίαι ... τοῦ Ἀσσυρίων βασιλέως καὶ ἄλλων δυναστῶνX.Cyr.4.5.40,
ἐν ΜακεδονίᾳSatyr.Vit.Eur.39.18.29,
πολλῶν κατὰ καιροὺς ἐπαναστάντων τῇ χώρᾳ δυναστῶνhabiéndose levantado muchos reyes sobre el país en el curso del tiempo Ph.2.459,
αἱ πόλεις τοῖς δυνάσταις εἰσφέρουσιν (φόρους)Ph.2.234,
ὁ δὲ τῆς Αἰγύπτου δ.de uno de los Ptolomeos, Posidon.77,
ἀντὶ λῃστοῦ δυνάστου περιέκειτο σχῆμαStr.12.8.9
•fig. de pers. que son los mejores en algo
οἱ δυνάσται οἱ κεραννύντες τὸ σίκεραlos reyes en mezclar el licor, e.e., los fanfarrones LXX Is.5.22
•miembro de una familia real
δ. τις τοῦ τετραχικοῦ γένους τῶν Γαλατῶν ἀνήρStr.12.3.37.
4 entre los pueblos bárbaros dinasta, reyezuelo ref. Arta, rey de los mesapios, Th.7.33,
Ἐδεκῶνα τὸν δυνατὸν δυνάστηνen Iberia, Plb.10.34.2,
Χαναναίων δ. ὁ τῇ πατρίῳ γλώσσῃ κληθεὶς βασιλεὺς δίκαιοςI.BI 6.438.