δῐκασπολία, -ας, ἡ
• Alolema(s): jón. -ίη Q.S.5.172, Man.2.261, Colluth.12
1 juicio
ὄφρα δορυκτήτοισι δικασπολίην ὀπάσωμενQ.S.l.c.,
δικασπολίῃσι μέλονταJRCil.2.49.5 (II d.C.), cf. Q.S.5.176, IUrb.Rom.1149.2 (IV d.C.), Man.l.c., Colluth.l.c., AP 5.274 (Paul.Sil.), 7.334, 11.376 (Agath.), IM 202.2 (IV/V d.C.).
2 justicia
ἅδε δικασπολίᾳ ῥώμαν πόρονHymn.Is.36 (Andros),
ὅς ῥα δικασπολίῃ μέλεταιOrph.A.381, cf. AP 9.705, TAM 3(1).103 (Termeso, imper.), IEphesos 1305.A (V d.C.),
ὑπὸ Χαλδαίοισι δικασπολίαισιν ἁλώσαςde Cristo, Orác. en Lact.Inst.4.13.11.
3 función de juez Lyd.Mag.3.37.