δίενος, -ον
de dos años
(σπέρματα)Thphr.HP 7.5.5, 8.11.5, cf. Hsch.
•en uso predic. al segundo año
ἔνια (σπέρματα) ... οὐκ ἐνιαύσια φέρει τὸν καρπὸν, ἀλλὰ δίεναThphr.HP 7.1.7.
(σπέρματα)Thphr.HP 7.5.5, 8.11.5, cf. Hsch.
ἔνια (σπέρματα) ... οὐκ ἐνιαύσια φέρει τὸν καρπὸν, ἀλλὰ δίεναThphr.HP 7.1.7.