δάνος, -ου, ὁ
maced. muerte Plu.2.22c.
• Etimología: De la r. que da lugar a θάνατος q.u., c. la correspondencia δ:θ propia del maced.
σεῦArchil.129.3,
τό ῥά οἱ δ. ὤπασεν ἝκτωρEuph.70,
Τρίτωνι Κολχὶς ὤπασεν δάνος γυνή, χρυσῷ πλατὺν κρατῆρα κεκροτημένονLyc.887, cf. 269, 710.
πολλοὶ ὡς εὕρεμα ἐνόμισαν δάνοςmuchos consideran lo prestado como un hallazgo LXX Si.29.4,
δότω Σωτήριχος τῶν δανῶν Εὐφροσύνῳ δινάρια ἑκατόνFD 6.15.8 (I d.C.), cf. Vett.Val.40.12, 43.6
ἔχειν ἐν δάνει παρὰ Λυσίου ... δραχμὰς ἑκατόνPDura 23.3 (II d.C.),
ὁμολογῶ ... ὀφείλειν σοι ἐν δάνει ... δηνάρια ...PYadin 11.3 (II d.C.), cf. PMasp.126.11 (VI d.C.),
λαμβάνειν ... ἐν δάνειAmmon.Diff.318
ὁ χρόνος ἐστὶ δ., τὸ ζῆν πικρός ἐσθ' ὁ δανίσαςla vida es un préstamo, severo es el prestamista de la vida, Anon.Aulod.2.27,
πνεῦμα λαβὼν δ. οὐρανόθεν τελέσας χρόνον αὖτ' ἀπέδωκαIUrb.Rom.1326.9 (II/III d.C.), cf. IMEG 75.2 (imper.)
χειμῶνας μεγάλους ἐξέφυγεν δανέωνsobrevivió a terribles tormentas de deudas Call.Epigr.47.2.