δυσκατάλυτος, -ον
difícil de llevar a término, difícil de suprimir
πόλεμοιStr.14.1.28,
λοιμόςChrys.M.58.677
•difícil de derribar
δυναστείαI.BI 4.352,
οἱ ζηλωταίI.BI 4.193.
πόλεμοιStr.14.1.28,
λοιμόςChrys.M.58.677
δυναστείαI.BI 4.352,
οἱ ζηλωταίI.BI 4.193.