δορατισμός, -οῦ, ὁ
ataque, lucha con lanzas
σιδηροῖς θώραξι καὶ χαλκοῖς κράνεσιν διεκρούοντο τὸν δορατισμόνPlu.Tim.28, cf. Pyrrh.7, Lib.Descr.1.6.
σιδηροῖς θώραξι καὶ χαλκοῖς κράνεσιν διεκρούοντο τὸν δορατισμόνPlu.Tim.28, cf. Pyrrh.7, Lib.Descr.1.6.