διάδημα, -ματος, τό
I
(Κῦρος) εἶχε δὲ καὶ δ. περὶ τῇ τιάρᾳX.Cyr.8.3.13,
Ξέρξης ... θεὶς τὸ δ. καὶ καταβαλὼν τὴν τιάρανPlu.2.488d
•gener. diadema, corona real
(Ἀριστόβουλος) περιτίθεται δ. πρῶτοςI.BI 1.70,
διαδήματα βασιλείωνPlu.2.753d, cf. Statius Silu.2.2.122, Theb.9.55, Luc.Pisc.35, Arr.An.7.22.4, Ath.537f, Attic.2.68, Artem.2.30,
διαδήματι τὴν κεφαλὴν διεδέδετοLuc.DMort.25.3,
junto c. la καυσίαo ‘gorro de fieltro’ macedonio, Arr.An.7.22.2, Hdn.1.3.3,
τῷ διαδήματι μετὰ τῆς ἄλλης κατασκευῆς κοσμήσαντεςOGI 248.17 (Pérgamo II a.C.), cf. Plu.Dem.18,
τὴν εἰκόνα αὐτοῦ ... διαδήματι ἀνέδησανD.C.44.9.2, cf. 11.2,
δεσπότης διαδήματοςseñor de la diadema trad. de un tít. faraónico, Hermapio 19, cf. 21, aplicado a emperadores PMasp.279.22 (VI d.C.), cf. Hsch., op. στέφανος:
(Ἀγαθοκλῆς) δ. μὲν οὐκ ἔκρινεν ἔχειν· ἐφόρει γὰρ ἀεὶ στέφανονD.S.20.54
•de un monstruo
ἔχων ... ἐπὶ τὰς κεφαλὰς ... ἑπτὰ διαδήματαApoc.12.3, 13.1.
2 fig., abstr. poder real, imperio
παραδόντος τὸ δ. τῷ (παιδί) ἐκ ΒερενίκηςD.L.5.78,
ἐν τῷ διαδήματι ... δύο καὶ ἥμισυ διανύσαντα ἔτηPhilost.HE 7.15
•como epít. de Isis
δ. τῆς ὅλης οἰκουμένης, Ἶσι μυριώνυμεVit.Aesop.G 5.
3 lit. crist. diadema, corona fig. de dif. atributos
διαδήματα τῶν ... ὑπὸ τοῦ θεοῦ ... ἐκλελεγμένωνPolyc.Sm.Ep.1.1,
τὸ δ. τῆς δικαιοσύνηςClem.Al.Paed.2.8.74,
τὸ δ. τῆς ἀϊδίου βασιλείαςdicho de la verdad Hom.Clem.13.20, simbolizando el triunfo de los mártires, Chrys.Res.3.15.
II bot.
1 Ὀσίριδος δ. orzaga, salado, Atriplex halimus L.
ἅλιμος· ... οἱ δὲ Ὀσίριδος δ.Ps.Dsc.1.91.
2 Ἀσκληπίου δ. lechetrezna, titímalo, Euphorbia platyphyllus L., Ps.Apul.Herb.109.22.