διευκρινέω
• Morfología: [perf. sin red. διευκρίνηκα Phld.Rh.2.47, D.S.1.90]


I 1separar καθαρὸν δὲ τὸν καρπόν Luc.Anach.25, en v. pas. ὅπως ... ἡ θυσία καὶ ἡ ἑστίασις συντελε[σθῇ δ]ιευκ[ρ]ινουμένων τῶν τε κατὰ τὰς πομπὰς κ[αὶ] τὰς θυσίας Didyma 488.11 (II a.C.), τὸ θεῖον ... διευκρινηθὲν ὑπὸ τοῦ πυρός Luc.Herm.7.

2 ordenar bien en v. pas. διηυκρινημένοι ὁπλίται X.Oec.8.6, cf. 9.

II 1examinar con detalle, analizar ὅσα δὲ συνεπιβάλλει τοῖς ... καιροῖς Plb.2.56.4, cf. 3.28.5, D.S.l.c., τὰ πρὸς τοὺς Γαλάτας διαφέροντα τῷ βασιλεῖ Plb.31.8.1, τ]ὸ δ' ἀκόλουθον ἐν τοῖς πράγμ[ασιν οὐ] διευκρίνηκεν Phld.l.c., τὰ περὶ τὴν Ἑλλάδα D.S.20.101, cf. 3.38, τὰ παρὰ πολλοῖς ἀπορούμενα D.H.Comp.20.25, τὸ περὶ τῶν θυσιῶν σκέμμα Porph.Abst.2.4, en v. pas. διευκρινεῖται λόγος παρὰ Πλάτωνι Plb.6.5.1, cf. Iambl.Myst.8.4
en v. med. mism. sent. πάντα ἱκανῶς Pl.Prm.135b.

2 distinguir claramente en v. med. τοῦτ' οὖν διευκρινησάμενος así que después de dejar claro este asunto D.27.15, en v. pas. τὸ πιθανὸν τό τ' ἀμφιβόλως λεγόμενον διευκρινεῖσθαι D.L.7.47, ἵνα διευκρινηθῶσιν αἱ ὑποστάσεις Ath.Al.M.28.1225B, cf. Arr.Epict.2.11.18, Didym.M.39.924C.

3 resolver πρόβλημα Cic.Att.132.2, cf. 131.3.