διεγγυάω
I
τοὺς μάλιστα χαλεποὺς ... τῶν δανειστῶν ... ὀκτακοσίων καὶ τριάκοντα ταλάντωνPlu.Caes.11,
διεγγυήσαντες τὰ σώματα χρημάτωνhabiendo depositado una suma de dinero como fianza por sus personas D.H.7.12
•en v. med. mismo sent.
Πασίων αὐτὸν ἑπτὰ ταλάντων διεγγυήσατοPasión salió fiador de él por siete talentos Isoc.17.14
•en v. pas. ser liberado mediante fianza
οἱ αἰχμάλωτοι ἦλθον ... ὑπὸ Κορινθίων ἀφεθέντες ... ὀκτακοσίων ταλάντων τοῖς προξένοις διηγγυημένοιTh.3.70, cf. D.S.12.57,
διεγγυηθεῖσα δ' ὐπὸ ΣτεφάνουD.59.41,
διεγγυηθέντες ἐπανῆλθονPlb.21.26.13,
ὅπως διεγγυηθεὶς ἀφεθῇSB 7285.13 (III a.C.)
•abs. depositar fianza, ser garante
ὑποθήματα δόντες ... καὶ διεγγυήσαντεςSIG 976.49 (Samos II a.C.),
διεγγυάτω δὲ τοῦ προστίμου τῷ ἐπὶ τῶν τόπων ξενικῷ πράκτοριPLugd.Bat.22.9.35 (III a.C.),
διεγγυήσαντά με ... τῷ δεσμοφύ(λακι) ἀφεῖναί μεtras depositar mi propia fianza ante el carcelero éste me liberó, PTeb.777.4 (II a.C.),
ὁ διεγγυῶνPRev.Laws 14.15 (III a.C.), cf. Lycurg.Fr.98, PPetr.2.14.1b.1, UPZ 112.3.4 (ambos III a.C.), IMylasa 818.2, 822.1 (Olimo).
2 tomar como garantía, embargar
εἰ δέ τίς κα ἄγῃ ἢ ῥυσιάζῃ ἢ ἀποβιάξαιτο ἢ διεγγυάσῃIG 92(1).179.20 (II a.C.).
3 hipotecar, empeñar
ἡμεῖς διεγγυῶμεν (ἀγροὺς ἡμῶν)LXX 2Es.15.3, en v. pas.
κλῆροιPHib.48.3 (III a.C.)
•en v. med. empeñarse
τῷ βεβαίως καὶ πεπιστευμένως διεγγυωμένῳ ἐπακολουθεῖν ἄτηνque al que se empeña de modo firme y confiado le persigue la desgracia D.L.9.71.
II fig., en v. med. asegurar, garantizar c. ac. de cosa o abstr.
πολλὰ καὶ μυρία ἀγαθὰ συγκατατιθεμένῳ διεγγυωμένηgarantizándole muchos e innumerables bienes si accedía Hld.7.20.1,
ὡς προφήτης τὸ μέλλον διεγγυώμενοςde Abraham, Gr.Nyss.M.46.572A,
εἰ δὲ πρὸς γυναῖκα ... ἄτεγκτος ἔσομαι, τοῦτο δὲ οὐ σφόδρα διεγγυῶμαιno puedo garantizar totalmente que a la vista de mi mujer sea capaz de contener las lágrimas Synes.Ep.132, c. una complet., de inf.
ἥξειν ... αὐτούςHld.3.4.9, c. conj.
ὡς οὐδὲν ἔσται τοιοῦτοHld.8.14.4.