διδακτικός, -ή, -όν
I
ἀρετή op. ἀσκητικήPh.1.524, 1.591, 2.412.
2 que puede ser enseñado, enseñable
σοφίαClem.Al.Strom.1.5.31,
φαντασίαOlymp.in Phd.46.
II
ὁ φρόνιμος δ. ... τοῦ ἄφρονοςS.E.M.11.245, 248,
ὁ ἐπίσκοπος1Ep.Ti.3.2, cf. 2Ep.Ti.2.24, Origenes Cels.3.48, Gr.Naz.M.35.477C,
τὸ ἅγιον Πνεῦμα ... δ. ἁπάντωνBasil.M.29.396A, de abstr.
(ὅροι) διδακτικοὶ τούτωνS.E.P.2.210,
διδασκάλιον ... γνώσεως δ.Eus.PE 6.6.65,
φύσις ... δ. τῶν κατορθουμένωνGr.Nyss.Tres dei 51.3,
χάριςGr.Nyss.Hom.in Cant.227.9,
ταῦτα op. ἀναγκαστικάChrys.M.60.154.
2 indicador
δάκτυλος δ.dedo índice, Gloss.Pap. en PRain.18.256.304 (VI d.C.).
III adv. -ῶς de manera didáctica, magistralmente
κηρυττέτω τὴν εὐαγγελικὴν ... πίστιν ... δ.Cyr.Al.M.75.1149B,
δ. ... προφέρων τοὺς λόγουςOrigenes Fr.in Ps.97.5 (p.187).