διαφέρω


A tr.

I sin implicar mov.

1 superar οὐ[δὲ ἐ[ξελ]έγξει σε χρυσός, ἀλλὰ διοίσεις αὐτόν Alcm.5.2.1.9, c. dat. instrum. de limitación ἀρετῇ καὶ στρατηγίᾳ πολὺ τοὺς ἄλλους διενέγκας D.S.11.67, αὐτῆς ... τῷ κάλλει πολὺ τὰς ἄλλας παρθένους διαφερούσης D.S.2.5, τῇ ... συνβίῳ ... καλλιτεκνίᾳ διενενκούσῃ πάσας γυναίκας IGPA 123.4 (Amasia III d.C.).

2 temp. pasar διαφέρειν τὸν αἰῶνα ἐναλλὰξ πρήσσων pasar la vida con éxito alternativo Hdt.3.40, θεοὺς σέβων βίον διήνεγκ' E.Hel.10, εἰ διοίσει νύκτα τήνδ' E.Rh.600.

II indic. mov. unidireccional

1 c. suj. de pers. y ac. de lugar llevar, transportar a través de διαφέρειν δὲ τὸν ἰσθμὸν τὰς ἡμισείας τῶν νεῶν Th.8.8, c. giro prep. (Ῥέβιλον) διοίσων ἐς Σικελίαν App.BC 4.48, ἵνα τις διενέγκῃ σκεῦος διὰ ἱεροῦ Eu.Marc.11.16.

2 llevar hasta el fin γαστρὸς ... ὄγκον el peso de su vientre e.e. el embarazo E.Io 15, cf. X.Mem.2.2.5, διενεγκεῖν καὶ ἐκθρέψαι τὸ παιδίον ἐν τῇσι μήτρῃσι Hp.Mul.1.25, πόλεμον διενείκας Hdt.1.25, cf. Th.1.11
de ahí, fig. soportar τοὺς πολέμους Th.6.54, τὸ σόν τε σὺ κἀγὼ διοίσω τοὐμόν S.OT 321, διοίσω πότμον ἄποτμον soportaré un destino infortunado E.Hipp.1143.

3 en un continuo meter τὸ ἄκρον διήνεγκε κάτω τοῦ ὀμφαλοῦ Hp.Epid.5.21, διὰ μεγίστης φλογὸς τὰς χεῖρας Gal.7.8, el hilo o la lana λέγοις δ' ἂν διάγειν τὴν κρόκην, διαφέρειν meter, pasar la lanzadera Poll.7.35.

4 διαφέρειν ψῆφον emitir el voto en uno u otro sentido hόστις δὲ δαιθμὸν ἐνφέροι  ψᾶφον διαφέροι ἐν πρείγᾳ ... αὐτὸς μὲν Ϝερρέτ ... ἄματα πάντα aquel que introduzca una propuesta de reparto (de tierras) o le conceda su voto en la asamblea sea maldito por siempre, IG 92(1).609.10 (Naupacto VI/V a.C.), ἦσαν δὲ οὗτοι οἱ διαφέροντές τε τὴν ψῆφον Hdt.4.138, ἡμέρα, ἐν ᾗ διοίσει ψῆφον Ἀργείων πόλις E.Or.49, cf. Th.4.74, X.Smp.5.8, en v. pas. περὶ τούτου ψήφου διενεχθείσης ἐγένοντο πᾶσαι λευκαί SEG 24.614.25 (Macedonia II d.C.).

III indic. mov. en varias direcc.

1 llevar en todas direcciones, difundir διαφέρων κηρύγματα E.Supp.382
distribuir un pago de cuotas entre distintas asociaciones ἀπὸ τούτου (τοῦ ταλέντου) προσέταξε ... ἀποδοῦναι τὰ ὀφειλόμενα καὶ τοὺς ἐράνους διενεγκεῖν Lycurg.22, τὰ φάρμακα ὅδε (ὁ στόμαχος) τοῖσι εἴσω διαφέρει Aret.CD 1.13.1
c. εἰς y ac. extender, difundir entre ὥστ' εἰς ἅπαντας τὴν ἐκαίνου μνήμην διενεγκεῖν D.61.46, εἰς τὰς χώρας τὰς προσηκούσας ἕκαστα διηνέγκαμεν X.Oec.9.8, (ἤλεκτρον) διαφέρεσθαι εἰς τοὺς Ἕλληνας Arist.Mir.836b7, en v. pas. φήμη ... ἐν τῷ στρατοπέδῳ διηνέχθη Plu.2.163c, διεφέρετο δὲ ὁ λόγος τοῦ Κυρίου δι' ὅλης τῆς χώρας Act.Ap.13.49
c. adv. enviar, llevar en varias direcciones διενεγκοῦσαι διὰ πρεσβειῶν τὸ μὲν ἐνταυθοῖ, τὸ δ' ἐκεῖσε enviando por medio embajadas un cabo aquí, el otro allá para desenredar la «madeja» de la guerra, Ar.Lys.570.

2 llevar de un lado a otro σκῆπτρά σοι μόνον διαφέρειν ... μέλει sólo te importa llevar el cetro de un lado a otro E.IA 1195, perífr. οὐδὲν ... διοίσει γλῶσσαν y no hablará S.Tr.323, en v. pas. ἑαυτοὺς ... ὥσπερ ὑπὸ πνεύματος πολλοῦ κονιορτὸν ἢ συρφετὸν ... διαφερομένους Plu.2.97f
esp. en el mar ser llevado a la deriva τοῦ φορείου καθάπερ ἐν κλύδωνι δεῦρο κἀκεῖ διαφερομένου Plu.Galb.26, διενεχθεὶς περί τε τὰς Γυμνησίας νήσους Str.3.2.5 (cód.), διαφερομένων ἡμῶν ἐν τῷ Ἀδρίᾳ dejándonos llevar a la deriva en el Adriático, Act.Ap.27.27
fig. distraer, entretener c. dat. instrum. (αὐτούς) ... λόγοισι E.HF 76, τὰς ψυχὰς ... πράγμασι Plu.2.133d.

3 hacer girar en todas direcciones ὅπλισμα E.Supp.715, κόρας ... ὀμμάτων E.Or.1261, cf. Ba.1087.

IV indic. separación

1 despedazar, desunir, destrozar πάντ' ἄνω τε καὶ κάτω διέφερον las bacantes, E.Ba.754, ἁψῖδα σὴν καίων διοίσει E.Fr.170D.
fig. αἰανὴς <δ'> ἄτα διαφέρει τὸν αἴτιον funesta calamidad destroza al culpable A.Ch.68.

2 robar, llevarse θύλακον ράψαι τὰς μνέας ὄκως σοι μὴ αἰ γαλαῖ διοίσουσι dispón las minas en un saco para que no te roben las comadrejas Herod.7.90, en v. pas. τῶν ἀπ' αὐτῆς (οἰκίας) φορτίων διενηνεγμένων ... ὑπὸ τῶν γειτνιώντων UPZ 10.9 (II a.C.).

V fact. c. suj. de cosa

1 c. ac. pers. distinguir, hacer diferente ἅ τε (χάρις) τὸν Ἰφικλείδαν διαφέρει Pi.P.11.60.

2 conseguir, hacer que τρεῖς δὲ μόναι ψῆφοι διήνεγκαν τὸ μὴ θανάτου τιμῆσαι sólo tres votos consiguieron que no se le condenara a muerte D.23.167.

B intr.

I 1c. pred. vivir ἄπαις διοίσει E.Rh.982
en v. med. continuar viviendo σοῦ διοίσεται μόνος continuará viviendo privado de ti S.Ai.511.

2 durar ἡ δὲ νοῦσος διαφέρει μάλιστα ἐννέα ἔτεα Hp.Int.12, οὔτε χρόνος πολὺς ὁ διαφέρων sin mediar mucho tiempo Antipho 5.94.

II 1gener. c. gen. compar. ser diferente de, distinguirse de, diferir de τὰ δὲ τοῦ πολέμου ... διαφέροντα αὐτοῦ φαίνεται las condiciones de guerra parecen estar en desacuerdo con esto Th.5.86, σύ νυν διάφερε τῶν κακῶν E.Or.251, ἐσκόπει, τί διαφέρει μανίας ἀμαθία X.Mem.1.2.50, εἰρήνη γὰρ καὶ σπονδαὶ πολὺ διαφέρουσι σφῶν αὐτῶν And.3.11, τὸ δ' ὅλως ἀφανίζειν ἱερὰ ἔσθ' ὅ τι τοῦ κόπτειν [τοὺς Ἑρμᾶς] διαφέρει pero el destruir por completo cosas sagradas es diferente a mutilar D.21.147, διαφέρει (τὸ ἐν τῇ ἀτόμῳ ἐλάχιστον) τοῦ κατὰ τὴν αἴσθησιν θεωρουμένου Epicur.Ep.[2] 59, cf. 66, οὐκ ἄν ποτε διέφερον ἀλλήλων αἱ ἡδοναί Epicur.Sent.[5] 9, ἀκαιρία ἀσχολίας διενήνοχεν Ammon.Diff.24
c. dif. regímenes, c. dat. de rel. φυᾷ δ' ἕκαστος διαφέρομεν βιοτὰν λαχόντες por naturaleza diferimos cada uno en la vida que nos ha tocado en suerte Pi.N.7.54, οὐκ οἶδ' εἴ τινι διαφέρει ὁ τυραννικὸς βίος τοῦ ἰδιωτικοῦ βίου X.Hier.1.7, cf. Mem.4.2.2, πάντων διοίσειν τῷ δύνασθαι λέγειν τε καὶ πράττειν X.Mem.4.2.1, τίνι διαφέρει τὰ ἄρρενα τῶν θηλειῶν ... θεωρείσθω Arist.PA 684b3, cf. Ph.1.14, ἁπάντων ... μόνῃ τῇ μορφῇ ... διαφερόντων Luc.Alex.15, cf. Vett.Val.252.34, tb. c. ac. de rel. οὐδὲν διοίσεις Χαιρεφῶντος τὴν φύσιν Ar.Nu.503, cf. Io Phil.B 3, μηδὲν δὲ τῶν τυχόντων διαφέροντες Isoc.1.48, cf. Pl.Ap.35b, Prt.329d, τὰ ... τετράποδα ... διαφέρει δὲ τὰς μορφὰς τῶν μορίων ἕκαστον en los cuadrúpedos cada una de las partes es diferente en sus formas Arist.HA 497b15, τί δοῦλον ἢ ἐλεύθερον εἶναι διαφέρει D.24.167, διαφερομένων τῶμ πολιτῶν τὰ πρὸς ἀλλήλους como los ciudadanos estaban en desacuerdo entre sí, SEG 1.363.5 (Samos III a.C.), cf. Amphis 32, Ep.Gal.4.1, αἷμα διαφέρον σῶμά τι Ph.1.207
c. inf. subst. como ac. de rel. ἀλλὰ γὰρ μεταβιβάζειν τὰς ἐπιθυμίας καὶ μὴ ἐπιτρέπειν ... οὐδὲν τούτων διέφερον ἐκεῖνοι pero en cuanto a modificar las pasiones y reprimirlas en nada diferían aquéllos de estos Pl.Grg.517b, tb. c. giros prep. πῇ διαφέρει ὁ τυραννικός τε καὶ ὁ ἰδιωτικὸς βίος εἰς εὐφροσύνας τε καὶ λύπας ἀνθρώποις X.Hier.1.2, τὰ δὲ ... διαφέρει δὲ καθ' ὑπεροχὴν καὶ ἔλλειψιν Arist.HA 486a22, cf. Mete.341b24, πρὸς τἆλλα ζῷα οἱ ἰχθύες διαφέρουσι πρὸς τῇ διαφορᾷ τῇ περὶ τὰ βράγχια Arist.HA 505a21, οὐκ ἐς πολὺ τῆς Βιθυνίας παρὰ τὴν Βεβρυκίαν διαφερούσης App.Mith.1, cf. Vett.Val.339.25
en sent. lingüíst. y fil. ἀξιώματα διαφέροντα διὰ τοῦ ‘εἰ’ ἢ ‘εἴπερ’ συνδέσμου Chrysipp.Stoic.2.70, part. subst. τὸ διαφέρον op. τὸ ἀδιάφορον Chrysipp.Stoic.3.34, neutr. plu. εἰ καὶ μὴ καλὸν τὸ ἐκ τῶν διαφερόντων aunque la falta de homogeneidad no es hermosa en las estatuas, Attic.5.64.

2 gener. sin rég. de gen., ser diferente en el sent. ponderativo de distinguirse, destacar, ser superior ἆρ' οἱ τεκόντες διαφέρουσιν ἢ τροφαί; E.Hec.599, cf. D.Chr.32.46, Πλάτων, ἀνὴρ ... πολὺ διενεγκών Attic.1.33, ὁ διαφέρων op. ὁ ἥττων Gr.Thaum.Pan.Or.6.114, ὅπου δὲ ἀπορροὴ γίνεται, ... διαφέρουσι μᾶλλον (τὰ δένδρα) Thphr.CP 5.14.9, ἐλέφας μέν γε τὸ θηρίον καὶ κάρτα διαφέρων Aret.SD 2.13.1, πολιτεία ἡ διαφέρουσα la mejor constitución Attic.1.13
c. pred. y ac. de rel. ὑγιηροὶ τἄλλα διαφέρονται son superiores en salud respecto a las demás cosas Hp.Art.56
c. dat. instrum. de causa ἣ καὶ τῷ γένει καὶ τῷ κάλλει καὶ τῇ δόξῃ πολὺ διήνεγκεν Isoc.10.14, de una ciu. πλούτῳ ... παρὰ τὰς ἄλλας ... διενηνοχέναι πόλεις Plb.10.27.5, ἀρετῇ καὶ εὐγενείᾳ διαφέρων SEG 30.93.32 (Eleusis I a.C.), τοὺς εὐσεβείᾳ καὶ δικαιοσύνῃ διαφέροντας τῶν ἀνδρῶν FD 1.228.12 (I a.C.), cf. Dionys.Scyt.8, TAM 5.972.12 (Tiatira I d.C.), IIasos 111.10 (II d.C.?), τάχει δὲ ὅστις διήνεγκε Iul.Or.3.53c, διενεγκοῦσαν παρθενείᾳ καὶ φιλεργίᾳ MAMA 8.117
c. giro prep. οἱ διαφέροντες ἐπ' ἀρετῇ los que sobresalen por su valor moral Isoc.10.12, τὸ δὲ ἀντιτετάχθαι ἀλλήλοις τῇ γνώμῃ ἀπίστως ἐπὶ πολὺ διήνεγκεν el enfrentarse entre sí con desconfianza sobre las intenciones fue lo que más destacó Th.3.83, τοσοῦτον διήνεγκεν εἰς τὸ ἄρχειν ἀνθρώπων X.Cyr.1.1.6 , διαφέροντες καὶ κατὰ μέγεθος καὶ κατ' ἰσχὺν ἄνδρες X.Lac.1.10, τούτοις ... ἐν οἷς ἔμελλον ... τῶν ἄλλων διοίσειν Isoc.3.39, ἕνα μὲν γὰρ διαφέρειν κατ' ἀρετὴν ἢ ὀλίγους ἐνδέχεται Arist.Pol.1279a39, cf. 1301a40, Περικλέα τὸν συνέσει πλεῖστον τῶν καθ' αὑτὸν διενεγκεῖν δόξαντα πάντων Pericles que tiene fama de haber sobrepasado en inteligencia a todos los hombres de su época D.61.45, ἄνδρα ... πρὸς δικαιοσύνην ... διαφέροντα hombre sobresaliente por su justicia Aeschin.1.181, διαφέρειν ... πρὸς τὰς πολεμικὰς χρείας Plb.5.44.7
c. gen. compar. de la pers. superada y dat. de rel. de la materia en que se sobresale διαφέρομεν δὲ καὶ ταῖς τῶν πολεμικῶν μελέταις τῶν ἐναντίων τοῖσδε Th.2.39, ἀκολαστίᾳ τε τῶν γεγονότων διαφέρων Alex.37.6, cf. Epicur.Fr.[34.30] 10, οὐχ ὑμεῖς μᾶλλον διαφέρετε αὐτῶν; Eu.Matt.6.26, (ἰχθύες οἱ ἐν τοῖς ὀξυτάτοις τῶν ποταμῶν) διαφέρουσι δὲ τῶν ποταμίων ἰχθύων εὐπεψίᾳ Mnesith.Ath.38.60
impers. c. ἢ haber diferencia en el sent. ponderativo de ser mejor πολὺ γὰρ διέφερεν ἐκ χώρας ὁρμῶντας ἀλέξασθαι ἢ πορευομένους ... τοῖς πολεμίοις μάχεσθαι X.An.3.4.33, τηνικαῦτα γὰρ πολὺ διαφέρει τὰ αὐτὰ δῶρα ἢ πρὶν ἐπιθυμῆσαι διδόναι es mucho mejor conceder los mismos favores en el acto que antes de desearlos X.Mem.3.11.14.

3 en sent. neg. ser inferior νῦν οὐδὲν διαφέρει τὰ ἀργύρεια ἢ οἷα οἱ πρόγονοι ἡμῶν ὄντα ἐμνημόνευον αὐτά ahora en nada son inferiores estas minas a como nos las recordaban nuestros antepasados X.Vect.4.25, cf. Oec.20.17.

4 sólo en tercera pers. sg. (a veces impers.), gener. en v. act. hay diferencia, importa

a) καὶ τοῦτο τοσοῦτον διαφέρει, ὅσον ... οἷον ... Democr.B 277, πλεῖστον δὲ διαφέρει ὀστέων κατήγμασι Hp.Aph.5.22, δοκῶ δὲ τοῖς θανοῦσι διαφέρειν βραχὺ εἰ ... me parece que a los muertos poco les importa si ... E.Tr.1248, οὐδὲν διοίσει no importará nada e.e. dará lo mismo Pl.Phd.89c, c. suj. inf., σμικρὸν οἴει διαφέρειν θεωρεῖν Pl.R.467c;

b) c. dat. de interés οὐδέ τί οἱ διέφερε ... ἀποθανεῖν Hdt.1.85, καίτοι ἐμοὶ εἰ μηδὲν διέφερε στέρεσθαι τῆσδε τῆς πόλεως Antipho 5.13, ἰδίᾳ τι αὐτῷ διαφέρει tiene algún interés personal Th.3.42, ἡμῖν μὲν ... οὐδὲν διαφέρει Pl.Prt.316b, cf. La.187d, τί δέ σοι ... τοῦτο διαφέρει, εἴτε ... εἴτε μή ...; Pl.R.349a, cf. Grg.497b, τοῦτο γὰρ διέφερε τοῖς Θηβαίοις pues esto era lo que les importaba a los tebanos Plb.4.27.4, οὐδὲ ἕν μοι διαφέρει Men.Epit.234, cf. Ep.Gal.2.6
c. giro prep. ὅ τί περ ἂν εἰς τὴν ἴασιν τῶν ὀλεθριωτάτων νοσημάτων διαφέρει Gal.15.428;

c) part. neutr. subst. τὸ διαφέρον, τὰ διαφέροντα lo diferente en sent. ponderativo lo importante, lo que interesa, lo conveniente μεγάλων τῶν διαφερόντων καθεστώτων porque están establecidos importantes intereses Th.1.70, cf. 6.92, Lys.31.5, Is.4.12, τὰ διαφέρονθ' ὁρᾶν E.Fr.Hyps.103.877, πολὺ τὸ διαφέρον ὁρῶ Pl.Phlb.45d, cf. Antiph.32, ὅταν τις ἐπιστάμενος τὰ διαφέροντα παραβαίνειν τολμᾷ cuando alguien a sabiendas se atreve contra nuestros intereses And.4.19, εἰ δὲ σὺ ... δοκιμάζεις τὰ διαφέροντα Ep.Rom.2.18, τὸ ἀληθεύειν ἐν τῷ διαφέροντι Arist.VV 1250b18
c. dat. de interés τὰ διαφέροντα τοῖς ἰδίοις πράγμασιν Plb.21.18.9, <τὰ> τῷ κοινῷ διαφέροντα D.C.44.25.6
tb. como adj. τι πεπραχέναι διαφέρον Plb.6.39.2, γέγραπται γὰρ ὑπὲρ πραγμάτων μεγάλων καὶ σοὶ διαφερόντων Plu.Caes.65, τὰ πρὸς τὴν διάγνωσίν τε καὶ πρόγνωσιν διαφέροντα τεκμήρια Gal.15.420, τὸ διαφέρον μέρος ... οὕτως ἔχει· la parte que viene al caso dice así:, POxy.1204.11 (III d.C.);

d) en v. med.-pas. en constr. pers. c. part. conc. Ὅμηρος δὲ τὸν πρῶτον οὐ διηνέχθη τῶν στίχων ἄμετρον ἐξενεγκών a Homero no le importó componer su primer verso con una falta de métrica Plu.2.80d.

III 1c. suj. de abstr. concernir, tocar, afectar, incumbir c. dat. ᾧ ἡ [π]ερὶ τῶν σπερμάτων διάκρισις διαφέρει a quien incumbe la decisión relativa a las semillas, PBerl.Leihg.26A.8 (II d.C.), πάντα ... τῇ αὐτῇ ὠνῇ διαφέροντα BGU 1062.21 (III d.C.), τὰ τῇ διοικήσει διαφέροντα las funciones propias del procurador financiero, PThmouis 1.68.5 (II d.C.), τὰ τῷ ταμείῳ διαφέροντα PSakaon 31.17 (III d.C.), τὰ τῇ ἀρχῇ διαφέροντα Stud.Pal.20.54.18 (III d.C.), c. giro prep. τὰ εἰς τοῦτο διαφέροντα πράγματα las cuestiones que conciernen a este asunto Mitteis Chr.372.5.3 (II d.C.)
τὰ διαφέροντα las cosas propias ὁ στρατηγὸς πρὸς τῷ λογιστ[ηρίῳ τοῖς] διαφέρουσι ἐσχόλασεν el estratego trabajó en su despacho en las ocupaciones propias de su cargo, Wilcken Chr.41.4.11 (III a.C.).

2 c. suj. de pers. estar relacionado con, ser allegado de ref. a parientes, subordinados o esclavos, frec. en part. subst. ὁ ἐμὸς διαφέρων PStras.26.5 (IV d.C.), c. gen. de pers. Ἠλίαν ... [τὸ]ν διαφέροντά μου PLund Univ.Bibl.2.5.8 (V/VI d.C.), οἱ διαφέροντες Ἀθανασίου los partidarios de Atanasio, Melit.Fr.Pap.58.8, c. dat. de pers. ὁ ὑπηρέτης ὁ διαφέρων τῷ κυρίῳ μου τῷ λογιστῇ PSI 832.2 (IV d.C.), οἱ διαφέροντές μοι POxy.3875.2 (IV d.C.), οἱ διαφέροντες τῷ δεσπότῃ μου Αὐσονίῳ τῷ κόμετι Stud.Pal.20.111.2 (IV/V d.C.), cf. PAbinn.33.7 (IV d.C.), IIasos 638 (biz.), Ἀρχ.Ἐφ. 1966.96.6 (Cos V/VI d.C.), Theod.Lect.Fr.52a (p.132).

3 c. suj. de cosa pertenecer como propiedad, c. dat. ἀδήλου ὄντος εἰ ὑμεῖν (sic) διαφέρει ἡ κληρονομία αὐτοῦ PLond.940.23 (III d.C.), ἡ γὰρ πόλις σοι διαφέρει pues la ciudad (Constantinopla) te pertenece (al emperador), Pall.V.Chrys.9.130, τὸ διαφέρον τῷ ... μοναστηρίῳ χωρίον PGiss.56.5 (VI d.C.), cf. Eus.HE 10.5.17, PSI 898.3 (IV d.C.?), τόπον διαφέροντα μοι ἐπώλησα PSI 790.5 (VI d.C.?), c. gen., frec. en inscr. funerar. crist. αὕτη ἡ σορὸς διαφέρει Θεοδώρου IEphesos 4143 (crist.), σωματοθήκη διαφέρουσα Θωμᾶ sepultura perteneciente a Tomás, MAMA 3.421, cf. 341 (ambas Córico), σορὸς διαφέρουσ[α] Θεογνώστου ITyr.12, cf. 11 (ambas crist.), κοιμητήριον διαφέροντα (sic) Ἐπαγαθῶς Corinth.8(3).532 (crist.), ἡρώειον διαφέρον Γαιανοῦ IEphesos 2263 (crist.), tb. c. giro prep. τόποι ... διαφέροντες ... πρὸς ἕκαστον αὐτῶν Eus.HE 10.5.11.

IV en v. med.-pas.

1 rivalizar, contender, discutir c. dat., giro prep. o ac. de rel. expr. el motivo de rivalidad τούτῳ διαφέρονται Heraclit.B 72, περὶ τῆς βασιληίης Hdt.1.173, cf. 7.220, διαφερόμενοι γὰρ ἐτύγχανον τοῖς Λακεδαιμονίοις περὶ Λεπρέου pues rivalizaban con los lacedemonios a propósito de Lépreon Th.5.31, πολλοὶ ἤδη διαφέρονται ... περὶ τοῦ σπόρου X.Oec.17.4, ἀμφὶ ὧν εἶχον διαφερόμενοι X.An.4.5.17, καὶ μηδὲν διὰ τοῦτο διαφέρου y no discutas por eso Lys.10.17, διαφέρεσθαι δὲ πρὸς ἀλλήλους el rivalizar unos con otros Lys.18.17, ὗς καὶ κύων πρὸς ἀλλήλας διεφέροντο Aesop.250, στασιάζουσιν οἱ θεοὶ ... καὶ διαφέρονται ἀλλήλοις Pl.Euthphr.7b, ὅταν ... διενεχθῶσι τοῖς συμμάχοις Anaximen.Rh.1425b15, διενεχθέντες πρὸς ἑαυτούς Wilcken Chr.110A.7 (II a.C.)
reñir τὸ τὰς θεραπαίνας αὐτῆς πρὸς τοῦτον διαφέρεσθαι anón. en POxy.1607.62, ἔφη ... σοί τε οὐ βούλεσθαι διαφέρεσθαι περὶ τούτου PLille 16.5 (III a.C.)
οἱ διαφερόμενοι jur. los litigantes, ICr.3.4.9.29 (II a.C.), τούς τε διαφερομένους τῶν πολι[τῶ]ν, τοὺς μὲν συνλύων, τοὺς δὲ δια[κρί]νων IStratonikeia 9.10 (II a.C.)
milit. los adversarios ἑαυτὸν ἀποδεικνύων ἐχθρὸν τοῖς διαφερομένοις Plb.7.14.3, tb. en v. act., Telecl.22.

2 fil., frec. op. συμφέρομαι divergir συμφερόμενον διαφερόμενον lo convergente es divergente Heraclit.B 10, διαφερόμενον γὰρ ἀεὶ συμφέρεται Pl.Sph.242e, ὥστε μετατιθεμένου τινὸς μέρους ἢ ἀφαιρουμένου διαφέρεσθαι καὶ κινεῖσθαι τὸ ὅλον Arist.Po.1451a34
gener. disentir c. dat. de rel. τούτοις δὲ διεφέρετο en esas cosas fue en las que se mostró contrario Antipho 5.42, c. or. cond. φάσκειν ... εἰ βούλεσθε ... οὐ διαφέρομαι si queréis afirmar que ... no me opongo D.9.8
c. or. complet. c. ὡς mantener en contra que op. ὁμολογεῖν D.56.46.