< διαφοιτάω
διαφορά >
διαφοίτησις
,
-εως, ἡ
1
entrada
,
paso
τοῦ ἀερίου πνεύματος
Ps.Caes.102.
2
divulgación
τοῦ λόγου
Gr.Nyss.
Steph
.1.p.81.4.