< διαφεγγής
διαφερόντως >
διαφερής
,
-ές
destacado
,
distinguido
en compar.
πολλοὶ ... ἐν ἀρετῇ διαφερέστεροι ἀλλήλων
Epiph.Const.
Haer
.70.5.3.