διαυγής, -ές
• Morfología: [poét. sg. gen. διαυγέος AP 9.227 (Bianor)]
I
ἅλμαAP l.c., cf. A.R.4.1575,
εὐθύτρυπα καὶ διαυγῆ τὰ λαμπράThphr.Sens.73 (= Democr.A 135),
νᾶμαAP 9.277 (Antiphil.), cf. Ph.2.297,
ὕαλοςApoc.21.21, cf. Bull.Epigr.1970.588 (Frigia, crist.), de una fuente, Ach.Tat.8.14.3, de Aretusa, personif.
οὐκ ἄμορφος ... ἀλλὰ δ. ἐστιLuc.DMar.3.2, de ríos
ὁ Νεῖλος ... διαυγέστεροςD.Chr.33.23, del río Cidno en Cilicia, Them.Or.2.39c, Nonn.D.18.292,
ἀήρS.E.M.7.188,
οἶνοςGal.1.406,
τὰ ὑγρᾶ τῶν ὀφθαλμῶν διαυγέσταταAlex.Aphr.Pr.1.68, cf. AP 16.310 (Damoch.), de un pez, Lyd.Mag.3.63
•fig., ref. a abstr.
τὸ τῆς σωφροσύνης πῶμα ... διαυγέστερον ... ἐκείνου (τοῦ νέκταρος)D.Chr.30.44,
ὁ ψυχῆς ὀφθαλμὸς ὁ διαυγέστατοςPh.1.418.
2 muy brillante, radiante del bronce, Call.Lau.Pall.21, AP 6.210 (Philetas), Nonn.D.5.594, 42.79, del oro, Q.S.3.732, cf. A.R.1.221,
ἄστραA.R.2.1104, de una galaxia
πίλημά τι ἀέρος διαυγέςAch.Tat.Intr.Arat.24, cf. Philol. en Ach.Tat.Intr.Arat.19, Vett.Val.237.23, del sol, Vett.Val.238.11, del planeta Mercurio, Nonn.D.5.74,
λαμπάδεςPh.1.518, de la amatista AP 5.205,
(πέτρας) αἰθέρος ἀκτίνεσσι διαυγέαςOpp.H.4.351, cf. Orph.L.172, Nonn.D.37.670,
ὀφθαλμοὶ μεγάλοι τε καὶ διαυγεῖςAristaenet.1.1.14
•fig., de pers. c. ac. rel.
δεῖ ... τὸν ἐς αὐτὰν (βασιλείαν) καταστάντα ... εἶμεν καὶ διαυγέστατον τὰν φύσινEcphant.Pyth.Hell.80.15, del estilo de Platón
καθαρὰ γὰρ ἀποχρώντως γίνεται καὶ δ.D.H.Dem.5.2,
τῷ συῶν παραβάλλει γένει διαυγεῖ μὲν οὐδενί καὶ καθαρῷcompara (a los sofistas) con la raza de los cerdos en la ausencia de brillo y de limpieza Ph.1.322,
ὁ παιδείας καρπὸς ... διαυγέστατοςPh.1.346,
διαυγεστέρα γίνεται ἡ ψυχήThem.Or.2.29a, astrol.
αἱ δὲ (μοῖραι) ἱλαραί, εὔτεχνοι, διαυγεῖςVett.Val.13.29.
II adv. -ῶς claramente
δ. ἰδεῖνPh.1.646 (cód.), cf. Gloss.2.275
•brillantemente, con esplendor Thdt.Anc.Hom.SMV et Sym.M.77.1397C.