διαταχέων


adv. rápidamente δεηθεὶς εἰς τὴν Ἄλβαν ἐπείγεσθαι δ. D.H.1.81, cf. 1.82, πᾶσιν ἔδοξε μάχην τίθεσθαι δ. καὶ μὴ τρίβειν τὸν χρόνον D.H.3.23, θάνατος ... δ. Gal.1.293.