διασκευαστής, -οῦ, ὁ
1 maquinador
ἀνοσιουργήματος ... τεχνίτης καὶ δ.Cyr.Al.M.74.593C, cf. Ptol.Tetr.3.14.29.
2 revisor, editor de una obra literaria, Procl.in Ti.1.200, Sch.Er.Il.6.441a, 8.73-4.
ἀνοσιουργήματος ... τεχνίτης καὶ δ.Cyr.Al.M.74.593C, cf. Ptol.Tetr.3.14.29.