διαρρήδην
adv.
1 de forma explícita, en términos precisos c. verb. de lengua claramente
ἐρέεινονh.Merc.313,
ἐρ]ῶMen.Epit.609,
λέγειPlb.3.26.5, cf. D.S.4.51, I.BI 1.211,
Π]λά[τ]ωνος ... δ. ὡς ἀπαιδεύτοις μαχο[μέ]νου τοῖς [φ]ιλοσό[φο]ι[ςmientras que Platón polemiza con los filósofos explícitamente como ignorantes Phld.Mus.4.26.25,
ὑπισχνεῖτο δ. καὶ σαφῶςLuc.Hist.Cons.14,
προσαγορεύωGr.Thaum.Eccl.M.10.1017B,
συκοφαντεῖCPR 17A.24.7 (IV d.C.), cf. Hsch.
•en cont. jur.
νομοθετεῖνPl.Lg.876c, cf. Lys.1.30,
ὁ ... νόμος δ. λέγειIs.3.68,
μαρτυροῦνταςAeschin.1.98, cf. D.H.5.19, D.C.39.17.1
•en tratados
γράψαντεςIsoc.12.107, And.3.14, en doc. ofic.
ἐγέγραπτοHyp.Ath.10, cf. Din.2.25, IG 22.1013.32 (II a.C.),
αἱ θ[εῖαι καὶ βασιλικαὶ] διατάξεις δ. κελεύουσιν μὴ ...SB 10797.4 (III d.C.).
2 expresamente, a propósito c. verb. de acción y movimiento
στόλον ... πέμψαντος Δαρείου δ. ἐπί τε Ἀθηναίους καὶ ἘρετριᾶςPl.Lg.698c,
δ. ἐψηφίσασθε ποιῆσαιD.19.6,
συντίθεσθαιHld.1.26.1.