διαμπάξ
I adv.
1 de parte a parte, completamente
ἰάπτει δ' Ἀσίδος δι' αἴας μηλοβότου Φρυγίας δ.se lanza a través de la tierra de Asia, de una a otra parte de Frigia criadora de ovejas A.Supp.548,
ἐτέτρωτο τὸν μηρὸν δ.X.HG 7.4.23,
πόδες δ. προσεληλαμένοι πρὸς τοὔδαφοςPlu.Crass.25,
παίω δ. ἐς τὸν στέρνονLuc.DMeretr.13.3,
βάλλεται καταπέλτῃ διὰ τῆς ἀσπίδος δ.Arr.An.2.27.2,
τρύπησον τρυπάνῳ τὸ στέλεχος δ.Gp.9.8, cf. S.Fr.10g.43.10, Luc.DMort.22.4, Hsch.
2 directamente
εὐθυβόλως καὶ δ. περαιωθῆναι τὸ πέλαγοςHld.5.22.8,
δ. ἐπὶ τὸν θάλαμον ἵεταιHld.7.9.2.
II prep. de gen. a través de
στέρνωνA.Pr.65,
τῶνδ' ἐφήλωται ... γόμφος δ.A.Supp.945,
φονεύουσα λαιμῶν δ.E.Ba.994, 1014.