διαμνημονεύω
• Alolema(s): dór. διαμναμ- IG 5(1).932.9 (Laconia)


1 recordar, acordarse de c. gen. pers. ὧν οὐ πάνυ διεμνημόνευε Pl.Smp.180c, οὐδαμοῦ Δημοκρίτου D.L.9.40, c. ac. de cosa τὸ πρόσφορον Pl.Epin.976c, ἃς (προφάσεις) ἀξιῶ καὶ ὑμᾶς διαμνημονεύειν Aeschin.3.203, τούτων δὴ γράψω ὁπόσα ἂν διαμνημονεύσω X.Mem.1.3.1, cf. Antipho 5.54, ὀροφάς τινας Thphr.HP 5.3.7, τὰ δὲ νῦν ἐν βραχεῖ μαθόντες διαμνημονεύωμεν Plu.2.404b, τὸν ἐθισμόν Plu.2.83b, cf. Phoc.29, γάμον Aristaenet.1.10.41
c. or. complet. o interr. δ. ὅτι recordar que I.AI 6.89, ἀφ' ἧς ἂν πλευρᾶς ἄρξῃ τὸ ἄλφα Aen.Tact.31.18
c. part. ἐγὼ διαμνημονεύω σοφοῦ τινος ἀκούσας recuerdo habérselo escuchado a un sabio Luc.Par.4, en v. pas. οἱ <μὲν> τετελευτηκότες τοῖς ζῶσι διαμνημονεύονται D.S.12.13, c. part. pred. φύσιν ... τοιαύτην ἔχων διαμνημονεύεται X.Cyr.1.2.2
abs. διαμνημονεύοντα οὕτω conservando un recuerdo tal Hdt.3.3, ἐὰν γὰρ διαμνημονεύητε Lys.23.16, καθ' ὅσον ἔχω διαμνημονεύειν en tanto en cuanto yo puedo recordar Hld.3.3.1.

2 de palabras traer a la memoria, mencionar, reproducir χαλεπὸν τὴν ἀκρίβειαν αὐτὴν τῶν λεχθέντων διαμνημονεῦσαι ἦν ἐμοί Th.1.22, τὰ μὲν τούτου διαμνημονεύουσιν οἱ πολλοί D.Chr.72.11, τὴν (τοῦ ἔπους) ἀρχήν Plu.Sol.3, λόγους εἰρημένους αὐτοῖς διαμνημονεύουσι Luc.Nigr.7.