διαμαρτάνω
1 errar, equivocarse de
a) c. gen.: local
τῆς ὁδοῦTh.1.106, cf. 7.44, D.S.1.30,
τῶν δρόμωνX.Cyn.6.19,
τοῦ χώρουAntipho 3.2.8,
ἡ ... ναῦς ... τοῦ ... κατ' Ἀλεξάνδρειαν πλοῦ διαμαρτάνειla nave pierde el rumbo de Alejandría X.Eph.3.12.1, de intenciones, conceptos
τοῦ ... βελτίστουPl.R.339d, cf. X.Mem.3.9.6, 4.2.27,
τοῦ πράγματοςD.21.192, 51.2, Arist.Pol.1288b37, Thphr.Sens.48,
τῆς τῶν ... καιρῶν ἀκριβείαςPlb.5.31.3,
τῆς ἀληθείαςPh.2.451, cf. I.AI 6.159, Str.2.1.40, Plu.2.5e, Eun.Hist.23.2, Thdt.Is.6.372
•de pers. equivocarse respecto a
τοῦ ἑταίρου συχνὸν διαμαρτάνειςmucho te equivocas respecto a tu amigo Pl.Phdr.257d, cf. Isoc.12.229,
ὁ τῆς αὑτοῦ ψυχῆς διημαρτηκώςAttic.7.48, cf. Philostr.VA 7.9, VS 528, D.C.48.11.2;
b) c. dat. instrum. de limitación equivocarse en
γνώμῃD.24.48, 110,
τοῖς ὅλοιςArist.EN 1098b28,
τῶν φαινομένων τῇ αἰσθήσειAristox.Harm.10.21, cf. Plb.6.9.11, D.S.1.37, D.Chr.17.3
•c. dat. y gen.
ὀλίγοις ... ἔτεσι διαμαρτεῖν τῶν χρόνωνD.H.7.1;
c) c. giro prep.
περὶ τούτου τοῦ θεοῦ τῆς δυνάμεωςPl.Cra.403b, cf. Str.1.2.7,
περὶ τὸ τρίτον εἶδοςPl.Phlb.48e,
περὶ τὴν πραγματείανArist.Oec.1345b10, cf. Plb.10.32.8, Arr.Epict.2.1.11,
ἐν τῇ ἀρχῇArist.EN 1163a3,
ἔν τισιν κεραμίοιςPCair.Zen.481.2 (III a.C.), cf. Thphr.Sens.24, Plb.3.58.3, Chrys.M.53.289,
ὑπὲρ τὴν ... ἐλπίδαLuc.Demon.10;
d) c. part. pred.
φασι διαμαρτάνειν ... λαμβάνοντες ἕτερα ἀνθ' ἑτέρωνArist.Mete.375a27,
ὑπὲρ ταύτης πῶς οὐ διαμαρτάνεις τῶν δικαίων χαλεπαίνων ἐμοί;respecto de ella ¿cómo no vas a faltar a la justicia enfadándote conmigo? I.AI 1.318,
οὐδ' ἂν ταύτῃ διαμαρτάνοιμεν φάσκοντεςPh.1.354, cf. Philostr.VS 542;
e) c. ac. de rel.
τι ... διήμαρτονPlb.3.59.1, cf. Ath.428f,
ἔστιν ἃ διαμαρτάνειD.H.Comp.18.14, cf. Arr.Epict.3.1.13, tb. en v. med.
τῶν συγγραμμάτων ὅσα ... ἂν ... κατὰ τὴν λέξιν ... διαμαρτάνηταιlas obras que tengan errores de estilo Plb.12.12.2,
πάντα ... ἐσχεδιάσθαι καὶ διημαρτῆσθαιPlb.Fr.46, cf. Demetr.Eloc.114;
f) abs. cometer un error, equivocarse
καὶ προστασσόμενός γε οὐ διαμαρτήσειHp.Praec.9, cf. Aër.2, Pl.R.334d, X.Cyn.9.4, Arist.APo.74a4, Aud.803a10, Men.Asp.110, Epit.351, Macho 97, 472, Epicur.Nat.28.13.11.inf.4, PSI 383.11 (III a.C.), Plb.10.30.3, D.S.15.10, Ach.Tat.4.14.7, D.L.2.100, Aristid.Rh.497, Vett.Val.335.19, Gal.8.613, D.Chr.26.7, Alex.Aphr.in Mete.159.3, Lib.Decl.24.21, part.
ὁ ΔιαμαρτῶνEl que se equivoca tít. de una comedia de Apolodoro de Gela o Caristio, Stob.4.52.5, de otra de Arquédico, Ath.467e,
ἡ ΔιαμαρτάνουσαLa que se equivoca tít. de una comedia de Dífilo, Ath.111e;
g) en v. med. mismo sent.
συχνὸν αὖ διημαρτάνετοPl.Plt.276c, cf. Vett.Val.202.14;
h) part. pas. errado
τὰ πολλὰ (συμπόσια) δὲ ξύμπανθ' ... διημαρτημέναen su conjunto la mayoría (de los banquetes) son un error, e.d. se realizan equivocadamente Pl.Lg.639e,
τι διημαρτημένονalgo errado Epicur.Nat.28.13.12.18,
δόξαι διημαρτημέναιDiogenian.Epicur.2.32, ref. al estilo
λόγοις μέγεθος ἐν ἐνίοις διημαρτημένονLongin.33.1,
τὸ ... ἀγεννὲς καὶ διημαρτημένον τῆς γνώμηςlo innoble y errado de esa opinión Attic.2.18
•neutr. subst. error, equivocación
διορθῶν ... πᾶν τὸ διαμαρτανόμενονPlb.10.24.5, cf. Epicur.Ep.[2] 50, 52, Str.2.1.35
•de pers. διημαρτημένος equivocado, que ha cometido fallo(s)
οὐκ ἔσονται διημαρτημένοιno serán culpables de ese error Phld.Rh.1.15Aur.,
πολλαχῇ διημαρτημένου τοῦ ΠλάτωνοςLongin.32.8, cf. Plu.2.44d.
2 fracasar en, fallar en, no alcanzar
a) c. gen. de abstr.
τούτουref. a un ataque, Th.2.78, cf. Paus.3.20.10,
τῆς εἰρήνηςD.18.30,
τῶν ἐλπίδωνIsoc.4.93, cf. D.H.3.20, 10.15, I.AI 13.351, Alciphr.3.38.3,
τοῦ ἀγῶνοςIs.6.52,
τῆς ... συγγνώμηςPlb.8.1b.6,
τῆς πράξεωςAnaximen.Rh.1438a11, D.S.19.5,
τῆς πείραςD.H.5.27, cf. I.AI 13.227, BI 1.7, Chrys.M.54.465,
τῆς ὀρθοτάτης πολιτείαςArist.Pol.1293b25,
τοῦ δικαίουI.Vit.79,
τῆς φιλίαςLuc.Tox.37,
ἐρωμένης καλῆςLib.Decl.32.4,
Μενάνδρου διαμαρτεῖν ἐραστοῦperder a Menandro como amante Alciphr.4.2.4,
διημαρτήκασι τἀληθοῦςCyr.Al.Nest.5.4 (p.99.32)
•c. gen. y part. pred.
ἀμφοτέρων διαμαρτάνει τὸ μὲν ἀφιείς, τὸ δὲ κατασχεῖν μὴ δυνάμενοςGr.Nyss.Hom.in Cant.64.17
•en v. med. mismo sent.
δυοῖν χρησίμοινD.19.151;
b) abs. fallar
συνέβαινε μὴ διαμαρτάνειν τοὺς βάλλονταςD.S.14.115, cf. LXX Id.20.16
•fracasar esp.
op. κατορθόωX.Mem.3.1.3, Is.4.22, Isoc.9.28
•c. ac. de rel.
πολλὰ καὶ διαμαρτάνειPl.Tht.178a,
πλεῖστα κατορθώσει κἂν τἆλλα διαμαρτάνῃI.BI 2.570,
εἰ δὲ τοῦτο διαμαρτάνοιI.BI 2.22, en v. pas.
τὰ διαμαρτανόμεναlos fracasos op. κατορθούμενα Plb.9.12.3.
3 c. εἰς y ac. agraviar, faltar a
εἰς τοὺς ξένουςSch.Pi.O.10.4b
•en lit. judía y crist. cometer malas acciones, pecar c. part. pred.
διαμαρτάνει σφετεριζομένη τὰς ... εὐπαθείαςPh.2.280, c. prep.
ἐν ἑτέρῳChrys.M.61.189, abs. 1Ep.Clem.40.4, Herm.Mand.4.1.2, Clem.Al.Strom.6.12.98,
δ. καὶ βιάζεσθαι ἀδύνατος ἦνProcop.Goth.1.4.3.