διακωμῳδέω


poner en ridículo, satirizar μὴ οἴηταί με διακωμῳδεῖν τὸ ἑαυτοῦ ἐπιτήδευμα Pl.Grg.462e, cf. Aristid.Or.3.651, Lib.Decl.19.33, τὸν σεμνὸν αὐτοῦ ... βίον Gr.Nyss.Eun.1.88, τὸν ποιητήν Arist.Po.1458b6, cf. D.H.Dem.57.2, τούτους ... τοὺς ἀπίστους διακωμῳδῶν Ἀριστοφάνης Clem.Al.Strom.4.45.2, τὰ Λακωνικὰ δεῖπνα Ath.142f, cf. Iul.Or.9.202d, Hsch.