διακατελέγχομαι


refutar por completo, rebatir τοῖς Ἰουδαίοις διακατηλέγχετο δημοσίᾳ Act.Ap.18.28, en v. pas. διακατελεγχόμενος ὑπὸ τῶν ἐμῶν ὑποθηκῶν Felix III Ep.P.p.14.9.