< Δελφαῖος
δελφᾰκίνα >
δελφάκειος
,
-α, -ον
• Prosodia:
[-ᾰ-]
de lechón
πλευρά
Pherecr.113.16,
ὄψον
Alex.129.2,
ζωμός
Dieuch.14.6.