δεικτικός, -ή, -όν


I 1indicativo τὸ δὲ ῥηθὲν τεχνικῶς ... μεθόδου ἀτέχνου δ. Hp.Decent.4.

2 lóg. obvio de los silogismos disyuntivos, que se pueden deducir directamente (συλλογισμοί) οἱ δεικτικοὶ περαίνονται ... φανερόν Arist.APr.41a21, τὸν αὐτὸν τρόπον ἔχουσι καὶ οἱ εἰς τὸ ἀδύνατον ἄγοντες συλλογισμοὶ τοῖς δεικτικοῖς Arist.APr.45a24, δεικτικὰ ἐνθυμήματα op. ἐλεγκτικά Arist.Rh.1396b23, cf. 1401a33
de las premisas de tercio excluso (συλλογισμοί) οὓς οἱ ἀρχαῖοι λέγουσι μικτοὺς ἐξ ὑποθετικῆς προτάσεως καὶ δεικτικῆς Alex.Aphr.in APr.262.32.

3 subst. ὁ δ. sc. δάκτυλος dedo índice Cael.Aur.TP 5.1.21.

II gram.

1 deíctico de los pron. demostrativos τὸ γὰρ ‘τοῦτο’ δεικτικόν Chrysipp.Stoic.2.65, cf. Demetr.Eloc.289, Sch.Pi.O.4.37, de anafóricos, D.T.636.12, cf. 637.12, Sch.D.T.68.10, de pron. pos. y pers. de 1a y 2a pers. ἄρθρα δεικτικὰ τὰς ἀντωνυμίας ἐκάλεσαν A.D.Pron.5.19, cf. 9.17
del adv. δεικτικὰ (ἐπιρρήματα) ... οἷον ἴδε ἰδού Sch.D.T.434.29.

2 sent. pas. referido τὸ ὧδε τὸ δ. τόπον φήσουσι σημαίνειν Plot.6.1.14.

III adv. -ῶς

1 obviamente, mediante comprobación directa (συλλογισμοί) ἢ γὰρ δ. ἢ διὰ τοῦ ἀδυνάτου περαίνονται Arist.APr.29a31, cf. 40b25, δ. ... τὴν ἐπίνοιαν τοῦ ἀνθρώπου παρίστασθαι S.E.M.7.267.

2 gram. con sentido deíctico, deícticamente τὸ ἐγὼ προφερόμεθα ... εἰς αὑτοὺς δ. Chrysipp.Stoic.2.245, cf. Sch.Pi.O.4.34c, οἱ ποιηταὶ τοῖς κυρίοις ὀνόμασι δ. χρῶνται Plu.2.747c, cf. Eust.483.2.