γέννα, -ης, ἡ
• Morfología: [poét. gen. -ας A.Th.748, S.Fr.278.1; dat. -ᾳ Pi.O.7.23, A.Pr.892]
I
μήτε τῶν γέννᾳ μεγαλυνομένωνni de los que se vanaglorian de su linaje A.Pr.1892, cf. A.760,
γέννας ἀφθίτου λαχόντες θείαςS.l.c.,
ἐκ τῆς Ἀναξίωνος γέννης ... ὄνταIs.Fr.35
•raza
<ἃ> ... διέχουσι μάλιστα γέννῃ τε κρήσει τε καὶ εἴδεσιν ἐκμάκτοισιEmp.B 22.7,
ὦ πάσης γέννης κτισταὶ καὶ εὐεργέται, ὦ πάσης γέννης τροφοίPMag.12.226
•fig. familia, casta, grupo
οὐρανία γ.A.Pr.165,
ἀρσένων γ.E.Med.428,
ἡ ... τοῦ πέρατος γ.Pl.Phlb.25d.
2 descendencia, prole
Ἡρακλέος εὐρυσθενεῖ γέννᾳPi.O.7.23,
λαγίνα ... γ.una liebre A.A.119,
θνᾴσκοντα γέννας ἄτερhabiendo muerto sin descendencia A.Th.748,
κτείνων παμφύλων γένναν θηρῶνref. a las larvas de los insectos, Ar.Au.1063,
Ἄρνης παλαιᾶς γ.Lyc.644.
3 criatura
γ. οὐδ' ἂν μία συντελέοιτοHp.Nat.Hom.3.
4 generación
πέμπτη δ' ἀπ' αὐτοῦ γένναA.Pr.853, cf. 774.
II
τίνα γὰρ γένναν διζήσεαι αὐτοῦ (τοῦ ὄντος)Parm.B 8.6,
γέννα, φυή, μείωσιde Crono, Orph.H.13.7,
γ. καὶ ἀποδοχὴ πάντωνSecund.Sent.7
•medic. formación
τοῦ πύουAret.SD 1.14.2, cf. CD 2.2.4.
2 de pers. nacimiento
ἥλικα γένναν ἔασιEmp.B 17.27, cf. 22.9,
ἥ τε τῶν ἑπταμηνιαίων γ.Vett.Val.52.19,
ταπειναὶ γένναιnacimientos humildes Vett.Val.118.11,
ἡ γ. τοῦ Χριστοῦla Natividad de Cristo Cosm.Ind.Top.5.9, Gr.Naz.M.36.332B, POxy.1357.30 (VI d.C.).
3 personif. Procreación, Fuerza creadora, PMag.13.175.
III astr. salida o aparición ref. a la fase creciente de la luna, cuando ésta empieza a rebasar al sol
γ. δὲ σελήνης καὶ ἀνατολὴ διαφέρειAch.Tat.Intr.Arat.21, cf. Paul.Al.33.16, Sch.Arat.735.
• Etimología: De la r. de γίγνομαι q.u. c. una geminada de origen obscuro.