< Γραῖα
γραΐδιον >
γραιβία
ἢ γραιτία
tarent.
πανήγυρις
Hsch.
• Etimología:
Γραιβία por *γραιϜιᾱ, deriv. en *-
yā
, c. valor colect., de γραῖα.