βρώμη, -ης, ἡ
comida
μνησόμεθα βρώμηςOd.10.177, cf. h.Cer.394,
τὴν κοιλίην ἐλινύειν ἐκ πλήθεος βρώμηςHp.Acut.47,
καρχάλεοι κύνες ὥς τε περὶ βρώμηςA.R.3.1058, cf. Q.S.8.389, 10.20, Marc.Sid.53, op. la bebida
ἐσθίετε βρώμην καὶ πίνετε οἶνονOd.10.460, 12.23, 302,
op. ποτήςOd.10.379, cf. Nic.Al.499, Opp.C.2.352.