βλάβος, -εος, τό


1 abstr. daño, perjuicio πλέον β. τὸ μετανοεῖν καὶ γνῶναι ἐξημαρτηκότας Antipho 5.91, πρὸς τῷ βλάβει Arist.Pol.1328a14, πωλεῖν τι β. ἔσται Orác. en TAM 3.34D.60 (Termeso, imper.), cf. Aristid.Or.2.452, op. ὠφέλεια Plot.6.1.12
c. dat. μή τί τοι ἐξ αὐτῆς γένηται β. Hdt.1.9, τί ... σοῖς ἐχθροῖς β.; E.Io 998, cf. Heracl.255, PRyl.126.19 (I d.C.), TAM 3.34D.69 (Termeso, imper.), τοὺς λόγους αὐτοὺς β. ἡγοῦμαι τοῖς πράγμασιν Aristid.Or.9.5, cf. 3.124.

2 concr. daño, defecto σὺ δ' ἐπιτήρει τὸ β. Ar.Ra.1151
daño físico ref. a la salud corporal μή τι μέλλῃ τῷ σώματι β. ἔσεσθαι Hp.Aff.44, ἐν τῇ ἔξω περιφορῇ ἐστι τὸ β. Hp.Vict.4.89, cf. Gal.13.274, β. οὖλον ἐρύξει Nic.Al.99.

3 jur. daño, daños τὸ β. ἀποτινέτω Pl.Lg.844d, cf. D.21.43, PKöln 147.8 (I a.C./ I d.C.), POxy.1282.40 (I d.C.), μέχρι τριῶν μνῶν ὄντος τοῦ βλάβους Pl.Lg.846a, οὐδέν ἐστι δημοσίᾳ β. D.20.9, τὸ β. κατὰ τὸν νόμον PTor.Amenothes 8.36 (II a.C.), cf. SB 7188.11 (II a.C.), ἐὰν ἄρα τι ἐκ τούτου β. ἐπακολουθήσῃ PMich.617.12 (II d.C.), cf. POxy.3690.18 (II d.C.), PLips.3.1.14, 4.29 (ambos III d.C.), 6.2.15 (IV d.C.), PGoodsp.Cair.13.13 (IV d.C.)
uso át. frente a βλάβη Moer.95.