ἀδῐκία, -ας, ἡ
• Alolema(s): jón. -ίη
A
ἐπειράθην καταλῦσαι μώμου ἀδικίανGorg.B 11.21,
τὴν αἰτίαν φανερὰν ἅπασιν ὑμεῖς ἕξετε τῆς ἀδικίαςGorg.B 11a.36,
op. δίκηE.Io 254, Supp.379, o
δικαιοσύνηPl.R.351a,
Φοίβου δ' ἀδικίαν μὲν τί δεῖ κατηγορεῖν;E.Or.28,
ναοὺς τίνοντες ἀδικίας κενώσετεE.Io 447,
τύχῃ μᾶλλον ἢ ἀδικίᾳAntipho 6.1,
ἡ ἀ. ἄρα καὶ ἡ ἀκολασία καὶ ἡ ἄλλη ψυχῆς πονηρία μέγιστον τῶν ὄντων κακόν ἐστιν;Pl.Grg.477e,
ἐν πόλεσι καὶ πολιτείαις τοῦτο αὐτό, ῥήματι μετεσχηματισμένον, ἀ.Pl.Lg.906c, cf. Arist.EN 1130a33
•en LXX y el NT esp. en gen.
ἐξαίρων ἀδικίαςLXX Mi.7.18,
ἀποστρέψαι ἄνθρωπον ἐξ ἀδικίαςLXX Ib.33.17,
ἐργάται ἀδικίαςEu.Luc.13.27,
κριτὴς τῆς ἀδικίαςEu.Luc.18.6,
ὅπλα ἀδικίαςlas armas del mal, Ep.Rom.6.13.
2 maldad, falta de escrúpulos, deshonestidad
χρήματα πορίζειν ... ἐξ ἀδικίηςDemocr.B 78,
ἔμφυτος ἀ.Plb.2.45.1.
II
ἀδικίης δὲ δεῖμα ξυμφορῆς τέρμαDemocr.B 215,
καταγνόντες αὑτῶν ἀδικίανAnd.Myst.3,
ζημιώσαντος δὲ κατὰ τὴν ἀδικίην πεντήκοντα ταλάντοισιHdt.6.136,
ἡ τῶν χρημάτων ἀ. μᾶλλον δοκεῖel delito económico se considera el más grande Arist.Pr.950a24.
2 como acto daño, mal esp. en historiadores agresión, hostilidad, ofensa
ἀδικίης ἄρξαιHdt.1.130,
(οἱ Σκύθαι) πρότεροι ἐσβαλόντες ... ὑπῆρξαν ἀδικίηςHdt.4.1,
ἀ. πολλὴ κατηγορεῖτο αὐτοῦ ὑπὸ τῶν ἙλλήνωνTh.1.95,
ἡ δὲ Τεύτα ... διπλασίως ἐπερρώσθη πρὸς τὴν κατὰ τῶν Ἑλλήνων ἀδικίανPlb.2.8.4
•c. gen. subjet. de pers. falta contra la moral, infamia
ἀνδρὸς ἀδικίαν αἰσχύνεταιse avergüenza de la deshonra del hombre E.Io 341,
τῆς σῆς γυναικὸς ἀ.el adulterio de tu esposa E.Or.650
•abs. falta
χαρίσασθέ μοι τὴν ἀδικίαν ταύτην2Ep.Cor.12.13
•c. gen. obj. daño, perjuicio esp. en fórmulas legales
πάντα τὰ ... ἐπὶ τῇ ἡμῶν ἀδικίᾳ πραχθένταPOxy.1203.24 (I d.C.), cf. BGU 1123.11 (I a.C.),
ἐπ' ἀδικίῃ τῆς πόλεωςen perjuicio de la ciudad, Athena 20.1908.279 (Quíos V a.C.), cf. IG 12(8).150.9 (Samotracia III a.C.), tb. c. dat.
ἐπ' ἀδικίᾳ τῇ ἈπολλωνίᾳPTeb.104.23 (I a.C.)
•malos tratos
ἀ. καὶ ὕβρειςPlb.10.37.8.
B suspensión de causas judiciales
διὰ πολέμουArist.Oec.1348b11.