< Διοχαίτης
διοχετεία >
Διοχάρης
,
-ους, ὁ
Diócares
1
aten. acusado por Lisias, Harp.s.u.
μεταλλεῖς
.
2
Διοχάρους πύλαι
Puertas de Diócares
en Atenas, Str.9.1.19, cf.
Ath.Agora
19.L10.41 (IV a.C.).