< γαλακτοφαγέω
γαλακτοφάγος >
Γαλακτοφάγοι
,
-ων, οἱ
galactófagos
,
bebedores de leche
pueblo nómada de Escitia asiática, Str.7.3.2, 3, 6, 4.6, cf. γλακτοφάγος.