ἐκπυράκτωσις, -εως, ἡ


encendimiento, ignición πρὸς ἐκπυρακτώσεις δὲ τὰς ἀπὸ τῶν κατόπτρων Tz.H.11.589, τῶν νεφῶν Tz.Ex.142.19, 21L., cf. Sud.s.u. φλογμός, An.Bachm.1.407.7.